Αν μια νύχτα του χειμώνα ένας ταξιδιώτης
Ίταλο Καλβίνο
Εκδόσεις Καστανιώτη
2009
Σελ. 333
«Είναι ένα μυθιστόρημα με θέμα την ευχαρίστηση που νιώθουμε όταν διαβάζουμε μυθιστορήματα. Πρωταγωνιστής είναι ο Αναγνώστης που αρχίζει δέκα φορές να διαβάζει ένα βιβλίο και που λόγω κάποιων γεγονότων ανεξάρτητων από τη βούλησή του, δεν κατορθώνει να τελειώσει ποτέ. Χρειάστηκε επομένως να γράψω την αρχή δέκα μυθιστορημάτων γραμμένων υποτίθεται από δέκα συγγραφείς, που όλοι κατά κάποιον τρόπο ήταν διαφορετικοί από μένα και διαφορετικοί μεταξύ τους…»
Με τα λόγια αυτά ο Ίταλο Καλβίνο παρουσίασε στο Μπουένος Άιρες το 1984 το μυθιστόρημά του που ξάφνιασε, συζητήθηκε και τελικά αγαπήθηκε όσο κανένα από τα έργα του. Tο Aν μια νύχτα του χειμώνα ένας ταξιδιώτης, (πρώτη έκδοση 1979) υπήρξε όχι μόνο μια αξεπέραστη σπονδή στο λογοτεχνικό είδος του μυθιστορήματος αλλά και το έργο που θεωρείται ότι άνοιξε νέους δρόμους για τη λογοτεχνία του 21ου αιώνα. Μερικοί το θεωρούν ως το αριστούργημα του Ίταλο Καλβίνο, κάποιοι άλλοι ένιωσαν αμήχανα όταν είχε πρωτοκυκλοφορήσει. Αμηχανία όμως προκαλεί και τώρα. Διαβάζεται εύκολα μόνο αν παρακάμψει ο αναγνώστης τη δοκιμιακή του διάσταση. Κάτι που αναιρεί την ουσία του και βεβαίως τη φιλοσοφική του τοποθέτηση. Ο ίδιος ο δημιουργός του το θεωρούσε επιτομή όλου του έργου του.
Στα Ελληνικά επανεκδόθηκε με αναθεωρημένη τη μετάφραση καθώς και χρονολόγιο και εργογραφία στο τέλος. Πρόκειται για ένα κείμενο χωρίς αντιρρήσεις που έχει όμως ξεσηκώσει πολλές συζητήσεις γύρω από τη δομή και το περιεχόμενό του.
Ο πολυσχιδής Καλβίνο μάς δείχνει πώς μπορείς να γράφεις μυθιστορήματα αποδίδοντας σε άλλους την πατρότητά τους και κρατώντας για τον εαυτό σου την απόλαυση της ανάγνωσης. Είναι σαφές ότι η προσπάθειά του εντοπίζεται στην ταύτιση με τον αναγνώστη και αποστασιοποιείται από τους δέκα φανταστικούς συγγραφείς που πλάθει για να δημιουργήσει το «απόκρυφο» μυθιστόρημά του. Ωστόσο ο ίδιος δήλωσε ότι τον διαπερνά η δημιουργική ενέργεια αυτών των δέκα ανύπαρκτων συγγραφέων.
Στόχος του Καλβίνο ήταν να καταδείξει το γεγονός πως το κάθε βιβλίο γεννιέται παρουσία άλλων βιβλίων, σε στενή σχέση και σε αντιπαράθεση με άλλα βιβλία. Πολλοί κριτικοί προσπάθησαν να εντοπίσουν μοντέλα και πηγές για να προσδιορίσουν αυτά τα δέκα incipit αλλά η διαδικασία ή η διαδρομή του συγγραφέα προτείνει δέκα διαφορετικές υφολογικές προσεγγίσεις αλλά και διαφορετική κάθε φορά σχέση με τον κόσμο γύρω από την οποία πυκνώνουν οι αντηχήσεις της προσωπικής και κοινωνικής μνήμης. Ο συγγραφέας θέτει ένα βασικό ερώτημα «Μπορεί κανείς να επιδιώξει το ξεπέρασμα του εγώ πολλαπλασιάζοντας τα εγώ;» και παράλληλα πυροδοτεί το διάλογο γύρω από την κοινωνιολογία της ανάγνωσης.
Ανάγνωση λοιπόν δέκα διαφορετικών (μήπως και συγκλινόντων;) αφηγημάτων για τα οποία κάποιοι ακαδημαϊκοί ισχυρίστηκαν ότι μπορούν να λειτουργήσουν αυτόνομα. Έτσι έχουμε ένα αισθησιακό, ένα πνιγμένο στις υποψίες, ένα ενδοσκοπικό – συμβολικό, ένα λογικό και γεωμετρικό, ένα έντονα ερωτικό, ένα αρχέγονο, ένα αποκαλυπτικό, ένα επαναστατικό, ένα βίαιο, ένα γεμάτο εμμονές. Ο συγγραφέας συμβιώνει με τα δέκα ξεκινήματα και την μετέωρη εξέλιξη του καθενός και στην ουσία απεικονίζει την ανάγνωση μυθιστορημάτων που διακόπτονται. Ο φυσικός αποδέκτης και καρπωτής του μυθιστορηματισμού (ας επιτραπεί εδώ ο όρος) είναι ο ίδιος ο μέσος αναγνώστης. Κι αν σημασία έχει η γραφή πάντοτε, τότε και μαζί της, η ανάγνωση.
Δεν αντέχεται η πραγματικότητα για τον Αναγνώστη και την Αναγνώστρια που εμπλέκονται παράλληλα σε ένα ερωτικό (;) παιχνίδι και μια προσπάθεια να φτάσουν στο τέλος μιας ιστορίας. Οι ιστορίες όμως δεν τελειώνουν ποτέ. Κι αυτή η ανατροπή -ένα ρήγμα αλήθειας στη σκηνοθεσία, θα μπορούσε να αποτελέσει και μεθοδολογικό εργαλείο ψυχολογικής έρευνας ή εγχειρίδιο διαπεραστικής και διαπλατυμένης σκηνοθετικής άποψης. Αυτό το μπες βγες στο πραγματικό και το σκηνοθετικά πραγματικό οδηγεί και στο κέντρο της ανάγνωσης του βιβλίου που δεν είναι τόσο το «λογοτεχνικό» όσο το «μυθιστορηματικό».
Δύσκολο περίπτωση βιβλίου για κατακαλόκαιρο. Πάει καλύτερα το χειμώνα, όχι λόγω τίτλου αλλά γιατί τότε μαζεύεται ο αναγνώστης, περιορίζει το φαντασίωση και αναπτύσσει ίσως πιο πολύ τη δεκτικότητά του στην ανατροπή των άλλων και στο σισύφειο ημιτελές.
Έλενα Χρ. Σάββα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου