Μονόγραμμα
VII
Στον Παράδεισο έχω σημαδέψει ένα νησί
Απαράλλαχτο εσύ κι ένα σπίτι στη θάλασσα
Με κρεβάτι μεγάλο και πόρτα μικρή
Έχω ρίξει μες στ’ άπατα μιαν ηχώ
Να κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ
Να σε βλέπω μισή να περνάς στο νερό
και μισή να σε κλαίω μες στον Παράδεισο.
Οδυσσέας Ελύτης
Σάββατο 9 Απριλίου 2011
Ποίηση
Ποτάμι ποίημα
………………………
Όμως το ποίημα είναι ποτάμι
Και μια υγρασία θαυμαστική
Θαρρώ γλυκαίνει τη σιωπή απ’ την οργή της
Αν την πρόδωσα. Δε φταίω, τ’ ορκίζομαι.
……………………………..
……………. Αλλά το ποίημα
Είναι ποτάμι από δάκρυα ξένα. Παιδί που αντρώθηκε
Συχνά το βλέπω να γυρνάει προς την πηγούλα του.
Κι όταν φουσκώνει
Απ’ την πολλήν αγάπη,
Πνίγει.
Α. Φωστιέρης
(Η Σκέψη ανήκει στο Πένθος)
………………………
Όμως το ποίημα είναι ποτάμι
Και μια υγρασία θαυμαστική
Θαρρώ γλυκαίνει τη σιωπή απ’ την οργή της
Αν την πρόδωσα. Δε φταίω, τ’ ορκίζομαι.
……………………………..
……………. Αλλά το ποίημα
Είναι ποτάμι από δάκρυα ξένα. Παιδί που αντρώθηκε
Συχνά το βλέπω να γυρνάει προς την πηγούλα του.
Κι όταν φουσκώνει
Απ’ την πολλήν αγάπη,
Πνίγει.
Α. Φωστιέρης
(Η Σκέψη ανήκει στο Πένθος)
Ποίηση
Η Ποίηση
΄΄...Έφερα τη μεγάλη κρυστάλλινη σφαίρα
Ποιος μπορεί να τη σηκώσει;
Μπορείς να εισχωρήσεις μέσα στο μεγάλο βελανίδι του φωτός;
Όμως η ομορφιά δεν είναι η τρέλα
Και ας με περιβάλλουν τα σφάλματα μου και τα συντρίμμια μου......
Να ΄΄δω ξανά΄΄
Το ρήμα είναι ΄΄βλέπω΄΄
δηλαδή υπάρχει συνοχή
έστω κι αν οι σημειώσεις μου δεν έχουν συνοχή.
Κι αυτός που δεν μπορεί να πλάσει θεούς με την ομορφιά
Θρήνος αυτό είναι να πεθαίνεις....
Δεν ξέρω πως το αντέχει αυτό η ανθρωπότητα
μ ένα ζωγραφισμένο παράδεισο στο τέλος του
χωρίς ένα ζωγραφισμένο παράδεισο στο τέλος του.
Έζρα Πάουντ
΄΄...Έφερα τη μεγάλη κρυστάλλινη σφαίρα
Ποιος μπορεί να τη σηκώσει;
Μπορείς να εισχωρήσεις μέσα στο μεγάλο βελανίδι του φωτός;
Όμως η ομορφιά δεν είναι η τρέλα
Και ας με περιβάλλουν τα σφάλματα μου και τα συντρίμμια μου......
Να ΄΄δω ξανά΄΄
Το ρήμα είναι ΄΄βλέπω΄΄
δηλαδή υπάρχει συνοχή
έστω κι αν οι σημειώσεις μου δεν έχουν συνοχή.
Κι αυτός που δεν μπορεί να πλάσει θεούς με την ομορφιά
Θρήνος αυτό είναι να πεθαίνεις....
Δεν ξέρω πως το αντέχει αυτό η ανθρωπότητα
μ ένα ζωγραφισμένο παράδεισο στο τέλος του
χωρίς ένα ζωγραφισμένο παράδεισο στο τέλος του.
Έζρα Πάουντ
Ελένη, Οδυσσέα Ελύτη
Ελένη
Με την πρώτη σταγόνα της βροχής σκοτώθηκε το καλοκαίρι
Μουσκέψανε τα λόγια που είχανε γεννήσει αστροφεγγιές
Όλα τα λόγια που είχανε μοναδικό τους προορισμόν Εσένα!
Κατά που θ' απλώσουμε τα χέρια μας τώρα που δε μας λογαριάζει πια ο καιρός
Κατά που θ' αφήσουμε τα μάτια μας τώρα που οι μακρινές γραμμές ναυάγησαν στα σύννεφα
Τώρα που κλείσανε τα βλέφαρά σου απάνω στα τοπία
μας
Κι είμαστε - σα να πέρασε μέσα μας η ομίχλη -
Μόνοι ολομόναχοι τριγυρισμένοι απ' τις νεκρές εικόνες σου.
Με το μέτωπο στο τζάμι αγρυπνούμε την καινούργια οδύνη
Δεν είναι ο θάνατος που θα μας ρίξει κάτω μια που Εσύ
υπάρχεις
Μια που υπάρχει αλλού ένας άνεμος για να σε ζήσει ολάκερη
Να σε ντύσει από κοντά όπως σε ντύνει από μακριά η ελπίδα μας
Μια που υπάρχει αλλού
Καταπράσινη πεδιάδα πέρ' από το γέλιο σου ως τον ήλιο
Λέγοντάς του εμπιστευτικά πως θα ξανασυναντηθούμε πάλι
Όχι δεν είναι ο θάνατος που θ' αντιμετωπίσουμε
Παρά μια τόση δα σταγόνα φθινοπωρινής βροχής
Ένα θολό συναίσθημα
H μυρωδιά του νοτισμένου χώματος μέσ' στις ψυχές μας
που όσο παν κι απομακρύνονται
Κι αν δεν είναι το χέρι σου στο χέρι μας
Κε αν δεν είναι το αίμα μας στις φλέβες των ονείρων σου
Το φως στον άσπιλο ουρανό
Κι η μουσική αθέατη μέσα μας ώ! μελαγχολική
Διαβάτισσα όσων μας κρατάν στον κόσμο ακόμα
Είναι ο υγρός αέρας η ώρα του φθινοπώρου ο χωρισμός
Το πικρό στήριγμα του αγκώνα στην ανάμνηση
Που βγαίνει όταν η νύχτα πάει να μας χωρίσει από το φως
Πίσω από το τετράγωνο παράθυρο που βλέπει προς τη θλίψη
Πoυ δε βλέπει τίποτε
Γιατί έγινε κιόλας μουσική αθέατη φλόγα στο τζάκι χτύπημα του μεγάλου ρολογιού στον τοίχο
Γιατί έγινε κιόλας
Ποίημα στίχος μ' άλλον στίχο αχός παράλληλος με τη βροχή δάκρυα και λόγια
Λόγια όχι σαν τ' άλλα μα κι αυτά μ' ένα μοναδικό τους προορισμόν : Εσένα!
Με την πρώτη σταγόνα της βροχής σκοτώθηκε το καλοκαίρι
Μουσκέψανε τα λόγια που είχανε γεννήσει αστροφεγγιές
Όλα τα λόγια που είχανε μοναδικό τους προορισμόν Εσένα!
Κατά που θ' απλώσουμε τα χέρια μας τώρα που δε μας λογαριάζει πια ο καιρός
Κατά που θ' αφήσουμε τα μάτια μας τώρα που οι μακρινές γραμμές ναυάγησαν στα σύννεφα
Τώρα που κλείσανε τα βλέφαρά σου απάνω στα τοπία
μας
Κι είμαστε - σα να πέρασε μέσα μας η ομίχλη -
Μόνοι ολομόναχοι τριγυρισμένοι απ' τις νεκρές εικόνες σου.
Με το μέτωπο στο τζάμι αγρυπνούμε την καινούργια οδύνη
Δεν είναι ο θάνατος που θα μας ρίξει κάτω μια που Εσύ
υπάρχεις
Μια που υπάρχει αλλού ένας άνεμος για να σε ζήσει ολάκερη
Να σε ντύσει από κοντά όπως σε ντύνει από μακριά η ελπίδα μας
Μια που υπάρχει αλλού
Καταπράσινη πεδιάδα πέρ' από το γέλιο σου ως τον ήλιο
Λέγοντάς του εμπιστευτικά πως θα ξανασυναντηθούμε πάλι
Όχι δεν είναι ο θάνατος που θ' αντιμετωπίσουμε
Παρά μια τόση δα σταγόνα φθινοπωρινής βροχής
Ένα θολό συναίσθημα
H μυρωδιά του νοτισμένου χώματος μέσ' στις ψυχές μας
που όσο παν κι απομακρύνονται
Κι αν δεν είναι το χέρι σου στο χέρι μας
Κε αν δεν είναι το αίμα μας στις φλέβες των ονείρων σου
Το φως στον άσπιλο ουρανό
Κι η μουσική αθέατη μέσα μας ώ! μελαγχολική
Διαβάτισσα όσων μας κρατάν στον κόσμο ακόμα
Είναι ο υγρός αέρας η ώρα του φθινοπώρου ο χωρισμός
Το πικρό στήριγμα του αγκώνα στην ανάμνηση
Που βγαίνει όταν η νύχτα πάει να μας χωρίσει από το φως
Πίσω από το τετράγωνο παράθυρο που βλέπει προς τη θλίψη
Πoυ δε βλέπει τίποτε
Γιατί έγινε κιόλας μουσική αθέατη φλόγα στο τζάκι χτύπημα του μεγάλου ρολογιού στον τοίχο
Γιατί έγινε κιόλας
Ποίημα στίχος μ' άλλον στίχο αχός παράλληλος με τη βροχή δάκρυα και λόγια
Λόγια όχι σαν τ' άλλα μα κι αυτά μ' ένα μοναδικό τους προορισμόν : Εσένα!
Παρουσίαση βιβλίου στην Ουτοπία
ΑΣ ΡΩΤΑΓΕΣ ΠΟΙΟΝ ΑΓΑΠΑΩ
Νένας Φιλούση, Παράκεντρο, 2010
ΤΕΧΝΟΤΡΟΠΙΑ
Ρεαλιστικό (Εσωτερικός μονόλογος)
(Απουσία:Μοντερνισμού, Μεταφυσικής)
____________________________________
ΘΕΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ
Ψυχογραφικό, ψυχαναλυτικό.
Ερωτικό (Γάμος) (?Φεμινιστικό)
Κοινωνικό.
Υπαρξιακό.
______________________________
ΓΡΑΦΗ
Γραφή σε α’ πρόσωπο :
Παγίδα!
Αίσθηση ηρωίδας-συγγραφέα.
Παρακάμπτει επιτυχώς!
______________________________
ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ
Ασφυκτική!
Μικροαστική, επαρχιακή.
(Οικογενειακή, εντος+εκτος γάμου)
Ιδρυματική.
ΕΞΩ: Το σόι (κατατρύχεται),
ΕΣΩ: Εύαλωτη-Μοιρολατρική-
Απομόνωση- Αποφασιστική.
______________________________
ΧΩΡΟΧΡΟΝΙΚΟ ΣΥΜΠΑΝ
Α. ΧΡΟΝΟΣ.
Β. ΧΩΡΟΣ.
Γ. ΠΡΟΣΩΠΑ>>ΓΥΝΑΙΚΑ!
________________________________
Α. ΧΡΟΝΟΣ
Από το 1960 μέχρι σήμερα.
Αναδρομές
(Ομαλή στο «Ζωή που δε μοιράζεται»)
(‘Ανευ νύξεως στην «Ουλή»)
Θραύσματα χρόνου (Πολλαπλές ανάδρομες)
Εισβολή,1974.
__________________________________
Β. Ο ΧΩΡΟΣ
Επαρχία-Χωριό.
(«Στο χωριό ζούσαν διάφοροι ψίθυροι. Όλες οι οικογένειες είχαν ένα ψίθυρο»)
Πόλη: Συνοικίες και Λαϊκά προάστια.
Κλειστοί χώροι: Ιδρυμα,γραφείο,σπίτι.
Κατεχόμενα: Αναδρομές.
________________________________
Γ. ΠΡΟΣΩΠΑ
Γυναίκες (Μία γυναίκα;)
Άντρες.
Κομπάρσοι.
Το σόι!
________________________________________
ΓΥΝΑΙΚΕΣ
ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ>>>ΟΙΚΕΙΕΣ!
Μοναχικές (επιζητούν αγάπη)
Ταμπού («να γίνω του κόσμου», «Είσαι κορίτσι από σπίτι», ωμονυμο διηγημα).
Όργανα (λαθροβίωση)
Εξω>Άβουλες (εκτοπισμένες στο περιθώριο).
Εσωστρεφείς (ζωή εκ τον ένδον, εσωτερικοί και εξωτερικοί μονόλογοι)
Πιστές-Ρομαντικές:
(εξιδανίκευση: αποφεύγουν να φωνάξουν με το μικρό του τον εραστή τους)
Μοιχαλίδες, άπιστες (μητρότητα,
αισθηματική κάλυψη, φυγή).
Επαναστάτριες (πλην αργά).
___________________________________________*
ΓΥΝΑΙΚΕΣ
ΗΘΙΚΗ
Ανέραστη ηθική (1960-80)*
* Εξαίρεση : Η άκρως χειραφετημένη και φεμινιστική ηρωίδα του «Άρρωστος είσαι και φαίνεσαι».
ΓΥΝΑΙΚΕΣ
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
ΑΘΕΪΣΤΙΚΟΣ ΥΠΑΡΞΙΣΜΟΣ = +++
= παρολη την τραγικοτητα/αδιέξοδα δεν μέμφονται το υπερφυσικό.
(Ψευδο-μοιρολατρική)
• Εξαίρεση, η Ευγενία:
«...με ξέχασε ο θεός, μου γύρισε την πλάτη, μου είπε “NO”!»
_______________________________________
ΓΥΝΑΙΚΕΣ
ΝΕΑΡΕΣ(κυρίως)
>Καταλύτης ο γάμος:
>>>Στόχος:
Αποτυχημένες επιλογές.
Παντρεμένες σε διαρκή κρίση γάμου.
Τραγική κατάληξη μετά τη διάλυση .
___________________________________
ΓΥΝΑΙΚΕΣ
ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ
(μεσήλικες, ηλικιωμένες)
Άβουλες μητέρες-Άκακες θείες.
Μέγαιρες-Δυνάστες πεθερές.
(«Παύλαινα και Ζηνοβία»)
____________________________________
ΑΝΤΡΕΣ
ΥΠΑΡΚΤΟΙ
1. ΣΥΖΥΓΟΙ
Ανιαροί και μέτριοι: «Ήσυχος άνθρωπος, βολικός, του μέτρου και του μετρίου» («Άρρωστος είσαι και φαίνεσαι»)
Μέθυσοι, βρομιάρηδες («Της κυρίας Περσεφόνης το παιδί»)
Πολυπράγμονες και κουλτουρέ: ανέραστοι και ανιαροί («Έτσι που λες η Πηνελόπη σου...»)
‘Άβουλα όντα στην σκιά της μητέρας («Ζωή που δε μοιράζεται»)
2. ΕΡΑΣΤΕΣ
«Άξεστος και πονηρός, αλλά τρομερός εραστής» ή «αγύμναστος, αλλά πνευματώδης («Άρρωστος είσαι και φαίνεσαι»), αλλά και βρομιάρηδες (οι εξ «ανάγκης»)
3. ΠΑΤΕΡΕΣ
Φαντασιόπληκτος, χαρτοπαίκτης, καλοπερασάκιας.
(Από βασιλέα γενιά»)
Απόντες
____________________________
ΑΝΤΡΕΣ
ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟΙ
1. ΣΥΜΒΟΛΑ.
Παιδικός έρωτας: Ο Αργύρης (+)
Ο ψυχαναλυτής: σύμβολο «καλλιεργημένου και σοβαρού άντρα που οφείλει....τουλάχιστο να την θαυμάσει» («Άρρωστος είσαι και φαίνεσαι»)
2. ΝΕΚΡΟΙ (1974)
Ο εκτελεσθείς («Το Νόου της Ευγενίας»)
Η παράπλευρη απώλεια («η γειτονιά τιμάει τον ‘Αρη»)
3. ΗΡΩΕΣ (Στοιχειωμένοι έρωτες, «Η ουλή μου»)
4. ΑΠΟΝΤΕΣ (αλλά κυρίαρχοι, «Το σπίτι»)
___________________________________________
ΑΣ ΡΩΤΑΓΕΣ ΠΟΙΟΝ ΑΓΑΠΑΩ.
Περιεχόμενα
1. Από βασιλέα γενιά.
2. Ας ρώταγες ποιον αγαπάω.
3. Η γειτονιά τιμάει τον «αρη.
4. Το «νόου» της Ευγενίας.
5. Η ουλή μου.
6. Της κυρίας Περσεφόνης το παιδί.
7. Ζωή που δεν μοιράζεται.
8. Το σπίτι.
9. Έτσι που λες η Πηνελόπη σου.
10. Άρρωστος είσαι και φαίνεσαι.
_____________________________________
ΑΠΟ ΒΑΣΙΛΕΑ ΓΕΝΙΑ
ΚΛΙΜΑ ΜΙΚΡΟΑΣΤΙΣΜΟΣ
Το σόι:
Η «καθώς πρέπει» κόρη, ο φαντασιόπληκτος πατέρας και η μουρλέγκω αδελφή.
ΑΞΙΑ ΜΝΕΙΑΣ
1. Περί συγγραφής: «συγγραφείς δεν γίνονται αυτοί που έχουν απωθημένα και κάθονται και παρακολουθούν τους άλλους;»,ρωτά; Ε, αυτή είμαι εγώ!»
2. Απομυθοποίηση ποίησης: ο πατέρας χλευάζεται όταν ανακατεύει επιθυμίες με φεγγάρι σε στίχους του.
3. Λέξεις : προμόσιον, πρωινάδικο, εξτένσιον.
4. Χιούμορ : Πήγαίο φυσικό, σαρκαστικό
*ΠΛΗΝ: Η «κοιλιά» στην περιγραφή των πολιτικών αποχρώσεων δεξιάς-αριστεράς.
_________________________________________________
ΑΣ ΡΩΤΑΓΕΣ ΠΟΙΟΝ ΑΓΑΠΑΩ.
Φυγή στο χωριό>> παιδική αθωότητα (Αργύρης).
Κλιμα ρομαντικό, αλλά όχι βουκολικό: «Ωραία που φυσάει...παίζω με το γαλανό του ουρανού και το πράσινο της κληματαριάς».
ΑΞΙΑ ΜΝΕΙΑΣ
Χρήση Φροϋδικών μηχανισμών:
«Εκλογίκευση»: «Μάζευα μέσα μου κακίες για να τον κάνω μια μέρα να χαθεί από ντροπή», «μου φάνηκε τόσο μικρός»
«Προβολή»: «Μουρθε κλάμα για τη Πολύμνια, αυτή που αγαπάει τελείως παλαβά».
2. Το μυστηρίο σαν πόλος ανάγνωσης.
3. Οι Κυπριακές φράσεις και οι ιδιωματισμοί: «..ύστερα μάνα μου»...και αρχαιοπρεπών ονομάτων: Πολύμνια, Βάια.
* ΣΥΝ : η κάθαρση και το καθαρό τέλος.
* ΚΑΤΑ : τα πολλά μέλη του σογιού.
_____________________________________________________
Η ΓΕΙΤΟΝΙΑ ΤΙΜΑΕΙ ΤΟΝ ΑΡΗ
ΗΘΙΚΗ – ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ: 1970-1980:
Η πρόσφυγας, χήρα-μάνα παραβιάζει τη μικροαστική ηθική.
Αυτοκριτική: «Γιατί ερωτεύτηκα αυτόν τον άνθρωπο; Με ποιο δικαίωμα;»
ΑΞΙΑ ΜΝΕΙΑΣ
1. Η χρήση της Φροϋδικής «αμνησίας»:
«Δεν έχω μνήμες», «...έχασα τη δύναμη να οσφραίνομαι»
2. Η εύστοχη ανάλυση των μανιερισμών της συμπεριφοράς:
«Και γέλασε. Δυνατά. Καθαρά. Ένα γέλιο καλό...»
3 Η χρήση φράσεων και ιδιωματισμών της Κυπριακής:«η κατάσταση», «η Κυβέρνηση», «ξένα πλάσματα».
ΤΕΧΝΙΚΗ
Εσωτ. Μονόλογος: Καταφέρνει να μπει το πετσί μιας άλλης.
*Πλην:Η «σεμνότυφη γραφή: «Ερχόταν και με έπιανε ήσυχα, χωρίς πολλά λόγια».
__________________________________________
ΤΟ ΝΟ ΤΗΣ ΕΥΓΕΝΕΙΑΣ
ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ :«έμένα ανέλαβαν όλοι να με ρυθμίσουν»
ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ ΘΕΣΜΩΝ:
Του αγώνα (χαμένου), της θυσίας (άδικη) και του θεού (άσπλαχνος)
ΙΣΟΠΕΔΩΣΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ
Ισοπέδωση σε τρία επίπεδα-ταμπού:
α. Πατριωτικό: Λέει «Νο!» για τον κοινό αγώνα και στιγματίζεται.
β. Ερωτικό: παντρεύεται άλλον: «ούτε γύρισα να κοιτάξω εκείνον που με λαχτάριζε κάθε φορά η θωριά του»
γ. Θρησκευτικό:«με ξέχασε ο Θεός.... Μου είπε ΝΟΟΥ!»
ΑΞΙΑ ΜΝΕΙΑΣ
1. Η εντυπωσιακή περιγραφή του διλήμματος στην αναγνώριση.
2. Η όψιμη αφύπνιση/συνείδητοποίηση
της υποβαθμισμένη της ζωής.
_______________________________________________
Η ΟΥΛΗ ΜΟΥ
ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΠΑΓΙΔΕΥΣΗ
Φθορά γάμου/ Υποβιβασμός/ Λαθροβίωση.
ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ-ΚΡΙΤΙΚΗ
Συμβάσεις/Γάμος/ κοινωνικές σχέσεις.
ΨΥΧΟΓΡΑΦΙΑ
1.Μαζοχιστική άντληση ηδονής από μια ουλή-σύνδεση.
2. Ενοχές : κάπνισμα, στειρότητα.
3. Φυγή : αναδρομές στο παρελθόν (ήρωας), όνειρα.
4. Υπαρξιακό άγχος: Αρχέγονες επιθυμίες καταστροφής
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΕΣ ΦΡΑΣΕΙΣ:
«εγώ, οι σκούπες και τα καλάθια για τα σκουπίδια»,
«Όταν το κάνουμε, σκύβει πάνω μου, δε με κοιτάει».
(«τους τάχα σοβαρους κι επίλεκτους. Είναι βαρετοί και νερόβρατοι»),
*ΠΛΗΝ: Η απότομη αναδρομή στην εποχή του αγώνα.
___________________________________________
ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΣ ΠΕΡΣΕΦΟΝΗΣ ΤΟ ΠΑΙΔΙ
ΔΙΗΓΗΣΗ ΓΡΙΑΣ-ΚΑΤΑΛΗΞΗ ΟΛΩΝ;
1. ΠΟΡΕΙΑ-ΚΑΤΑΛΗΞΗ.
Αβουλη>>γάμος>>Λαθροβιώνει
>Επανασταση (απιστία)>>> Μοναξιά.
2. ΑΝΤΡΕΣ.
Απόντες, άχρηστοι μέθυσοι, ελαφροί, αχάριστοι ή καφενόβιοι.
________________________________________
ΖΩΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΟΙΡΑΖΕΤΑΙ
ΙΔΙΑ ΗΡΩΙΔΑ.
1. Η Τρέλα σαν μηχανισμός διάσωσης.
2. Υπαρξιστική φιλοσοφία και Μηδενισμός :
«Και ζωή που ξοδεύεται τι είναι ρε Άννα; Δική μας ή των άλλων;»
«Από δω είμαστε περαστικές. Απ’ όλα είμαστε περαστικοί»
3. Ωρίμανση και αποδοχή.
__________________________________________
ΤΟ ΣΠΙΤΙ
Η ΑΠΟΘΕΩΣΗ ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗΣ.
Το σπίτι υποκαθιστά την ουσιαστική σχέση.
(Σύχγρονη Κυπριακή Πραγματικότητα)
«Εκείνον μπορεί ν’ αντέξω να τον χάσω»...Το σπίτι όμως;»
ΑΞΙΟ ΜΝΕΙΑΣ
Η πρώτη ηρωϊδα ανώτερης τάξης: Εκχωρείται σε ΚΕΙΝΟΝ!
ΨΥΧΟΓΡΑΦΙΑ
Ο κομπάρσος (εισαγωγή): «έχει άλλα δυο (εξοχικά)», «πλούσια και αργόσχολη», «ο σύζυγος «επιστήμονας», «Εχει και μια κόρη από τον πρώτο της γάμο».
Το «ερωτικό-Ιψενικό παιγνίδι».
Ο απόλυτος κυνισμός: «χρησιμοποιούμε ο ένας τον άλλο» και «κάνουμε καθαρό παιχνίδι».
_____________________________________________
ΕΤΣΙ ΠΟΥ ΛΕΣ Η ΠΗΝΕΛΟΠΗ ΣΟΥ
EN EIΔΕΙ CHICK LIT>>>Επίφαση:
ΕΝ ΤΩ ΒΑΘΕΙ: οι αβάσταχτες κι ανόητες καθημερινές ερωτικές
σχέσεις! (Κούντερα)
ΧΙΟΥΜΟΡ
«Όχι δηλαδή πως οι σοβαροί δεν φεύγουν με Τσέχες, ίσα-ίσα»
«Μιλάμε για μια φάλαινα στο κάπως εξευγενισμένο»,
«οι άντρες πέρασαν από μένα σαν να ήμουν παιδική ασθένεια»
ΑΞΙΟΣΗΜΕΙΩΤΑ
Πρώτη απόπειρα αλλοτρίωσης άντρα από γυναίκα: «σε πέντε ή έξι μήνες ο άνθρωπος θα σκέφτεται όπως σκέφτομαι...»
Απομυθοποίηση:«εγώ είχα κουραστεί με τους...κουλτουρέ».
ΗΘΙΚΗ
Ηθική μιας παρωχημένης εποχής: «Διότι μέχρι μιας ηλικίας σου λένε την παρθενία σου και τα μάτια σου»,
_______________________________________________
ΑΡΡΩΣΤΟΣ ΕΙΣΑΙ ΚΑΙ ΦΑΙΝΕΣΑΙ
ΧΩΡΟΣ: ΓΡΑΦΕΙΟ ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΗ.
Διάχυτο χιούμορ. Έξυπνοι, καίριοι διάλογοι και σκέψεις.
Εσωτερικός μονόλογος-Θεατρικότητα.
ΣΥΝΙΣΤΑΜΕΝΗ>>ΕΠΙΣΤΕΓΑΣΜΑ ΑΦΥΠΝΙΣΗΣ ΚΑΙ ΘΥΜΟΥ!
Αυτογνωσία: «η ευθιξία μου έφτανε στα όρια της βλακείας».
Αφύπνιση: «η μαγεία είναι η λέξη που απουσιάζει γενικώς....ειδικά όταν ο άντρας σου είναι ασφαλιστής»,
Υπομανιακή-Κρίση ταυτότητος: «είχα το πρωί τον ερευνητή, μεσημέρι το βαρκάρη και το βράδυ τον ασφαλιστή. Σαν αντιβίωση».
Αμφισβητίας: «Αν το πρόβλημα είναι ο γάμος....γιατί τους θέλω και τους τρεις ή κανένα;»
Θυμός (φεμινιστικός θυμός) > στον ψυχαναλυτή.
ΑΥΤΟΠΑΓΙΔΕΥΣΗ: Η καταδίκη ολοκληρώνεται!!*
*PINK FLOYD: THE TRIAL (WALL)
_______________________________________________
ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ
1. Λογοτεχνική καταξίωση:
στιλ, βάθος, χαρακτήρες.
2. Ξεκάθαρη Τεχνοτροπία
Ρεαλισμός, ψυχογραφικό.
3. Άριστη χρήση της Ελληνικής
γλώσσας.
4. Διαβάζεται!!!
_____________________________________
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
1. ΕΠΙΤΥΧΗΣ ΨΥΧΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ.
2. ΔΙΚΑΙΩΣ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΗΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΨΗΛΟΥ ΕΠΙΠΕΔΟΥ
ΓΙΑΤΙ ΕΧΕΙ ΤΟ ΔΙΚΟ ΤΗΣ: ΣΤΙΛ, ΒΑΘΟΣ ΚΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΞΕΧΝΙΟΥΝΤΑΙ.
___________________________________________________________________
ΕΠΙΦΥΛΑΞΕΙΣ.
1. Ιστορίες αλλοτινής εποχής (κυρίως)
2. Επιφανειακή αναφορά στον Κύπριο άντρα.
3. Τοπικισμός.
Νένας Φιλούση, Παράκεντρο, 2010
ΤΕΧΝΟΤΡΟΠΙΑ
Ρεαλιστικό (Εσωτερικός μονόλογος)
(Απουσία:Μοντερνισμού, Μεταφυσικής)
____________________________________
ΘΕΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ
Ψυχογραφικό, ψυχαναλυτικό.
Ερωτικό (Γάμος) (?Φεμινιστικό)
Κοινωνικό.
Υπαρξιακό.
______________________________
ΓΡΑΦΗ
Γραφή σε α’ πρόσωπο :
Παγίδα!
Αίσθηση ηρωίδας-συγγραφέα.
Παρακάμπτει επιτυχώς!
______________________________
ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ
Ασφυκτική!
Μικροαστική, επαρχιακή.
(Οικογενειακή, εντος+εκτος γάμου)
Ιδρυματική.
ΕΞΩ: Το σόι (κατατρύχεται),
ΕΣΩ: Εύαλωτη-Μοιρολατρική-
Απομόνωση- Αποφασιστική.
______________________________
ΧΩΡΟΧΡΟΝΙΚΟ ΣΥΜΠΑΝ
Α. ΧΡΟΝΟΣ.
Β. ΧΩΡΟΣ.
Γ. ΠΡΟΣΩΠΑ>>ΓΥΝΑΙΚΑ!
________________________________
Α. ΧΡΟΝΟΣ
Από το 1960 μέχρι σήμερα.
Αναδρομές
(Ομαλή στο «Ζωή που δε μοιράζεται»)
(‘Ανευ νύξεως στην «Ουλή»)
Θραύσματα χρόνου (Πολλαπλές ανάδρομες)
Εισβολή,1974.
__________________________________
Β. Ο ΧΩΡΟΣ
Επαρχία-Χωριό.
(«Στο χωριό ζούσαν διάφοροι ψίθυροι. Όλες οι οικογένειες είχαν ένα ψίθυρο»)
Πόλη: Συνοικίες και Λαϊκά προάστια.
Κλειστοί χώροι: Ιδρυμα,γραφείο,σπίτι.
Κατεχόμενα: Αναδρομές.
________________________________
Γ. ΠΡΟΣΩΠΑ
Γυναίκες (Μία γυναίκα;)
Άντρες.
Κομπάρσοι.
Το σόι!
________________________________________
ΓΥΝΑΙΚΕΣ
ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ>>>ΟΙΚΕΙΕΣ!
Μοναχικές (επιζητούν αγάπη)
Ταμπού («να γίνω του κόσμου», «Είσαι κορίτσι από σπίτι», ωμονυμο διηγημα).
Όργανα (λαθροβίωση)
Εξω>Άβουλες (εκτοπισμένες στο περιθώριο).
Εσωστρεφείς (ζωή εκ τον ένδον, εσωτερικοί και εξωτερικοί μονόλογοι)
Πιστές-Ρομαντικές:
(εξιδανίκευση: αποφεύγουν να φωνάξουν με το μικρό του τον εραστή τους)
Μοιχαλίδες, άπιστες (μητρότητα,
αισθηματική κάλυψη, φυγή).
Επαναστάτριες (πλην αργά).
___________________________________________*
ΓΥΝΑΙΚΕΣ
ΗΘΙΚΗ
Ανέραστη ηθική (1960-80)*
* Εξαίρεση : Η άκρως χειραφετημένη και φεμινιστική ηρωίδα του «Άρρωστος είσαι και φαίνεσαι».
ΓΥΝΑΙΚΕΣ
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
ΑΘΕΪΣΤΙΚΟΣ ΥΠΑΡΞΙΣΜΟΣ = +++
= παρολη την τραγικοτητα/αδιέξοδα δεν μέμφονται το υπερφυσικό.
(Ψευδο-μοιρολατρική)
• Εξαίρεση, η Ευγενία:
«...με ξέχασε ο θεός, μου γύρισε την πλάτη, μου είπε “NO”!»
_______________________________________
ΓΥΝΑΙΚΕΣ
ΝΕΑΡΕΣ(κυρίως)
>Καταλύτης ο γάμος:
>>>Στόχος:
Αποτυχημένες επιλογές.
Παντρεμένες σε διαρκή κρίση γάμου.
Τραγική κατάληξη μετά τη διάλυση .
___________________________________
ΓΥΝΑΙΚΕΣ
ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ
(μεσήλικες, ηλικιωμένες)
Άβουλες μητέρες-Άκακες θείες.
Μέγαιρες-Δυνάστες πεθερές.
(«Παύλαινα και Ζηνοβία»)
____________________________________
ΑΝΤΡΕΣ
ΥΠΑΡΚΤΟΙ
1. ΣΥΖΥΓΟΙ
Ανιαροί και μέτριοι: «Ήσυχος άνθρωπος, βολικός, του μέτρου και του μετρίου» («Άρρωστος είσαι και φαίνεσαι»)
Μέθυσοι, βρομιάρηδες («Της κυρίας Περσεφόνης το παιδί»)
Πολυπράγμονες και κουλτουρέ: ανέραστοι και ανιαροί («Έτσι που λες η Πηνελόπη σου...»)
‘Άβουλα όντα στην σκιά της μητέρας («Ζωή που δε μοιράζεται»)
2. ΕΡΑΣΤΕΣ
«Άξεστος και πονηρός, αλλά τρομερός εραστής» ή «αγύμναστος, αλλά πνευματώδης («Άρρωστος είσαι και φαίνεσαι»), αλλά και βρομιάρηδες (οι εξ «ανάγκης»)
3. ΠΑΤΕΡΕΣ
Φαντασιόπληκτος, χαρτοπαίκτης, καλοπερασάκιας.
(Από βασιλέα γενιά»)
Απόντες
____________________________
ΑΝΤΡΕΣ
ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟΙ
1. ΣΥΜΒΟΛΑ.
Παιδικός έρωτας: Ο Αργύρης (+)
Ο ψυχαναλυτής: σύμβολο «καλλιεργημένου και σοβαρού άντρα που οφείλει....τουλάχιστο να την θαυμάσει» («Άρρωστος είσαι και φαίνεσαι»)
2. ΝΕΚΡΟΙ (1974)
Ο εκτελεσθείς («Το Νόου της Ευγενίας»)
Η παράπλευρη απώλεια («η γειτονιά τιμάει τον ‘Αρη»)
3. ΗΡΩΕΣ (Στοιχειωμένοι έρωτες, «Η ουλή μου»)
4. ΑΠΟΝΤΕΣ (αλλά κυρίαρχοι, «Το σπίτι»)
___________________________________________
ΑΣ ΡΩΤΑΓΕΣ ΠΟΙΟΝ ΑΓΑΠΑΩ.
Περιεχόμενα
1. Από βασιλέα γενιά.
2. Ας ρώταγες ποιον αγαπάω.
3. Η γειτονιά τιμάει τον «αρη.
4. Το «νόου» της Ευγενίας.
5. Η ουλή μου.
6. Της κυρίας Περσεφόνης το παιδί.
7. Ζωή που δεν μοιράζεται.
8. Το σπίτι.
9. Έτσι που λες η Πηνελόπη σου.
10. Άρρωστος είσαι και φαίνεσαι.
_____________________________________
ΑΠΟ ΒΑΣΙΛΕΑ ΓΕΝΙΑ
ΚΛΙΜΑ ΜΙΚΡΟΑΣΤΙΣΜΟΣ
Το σόι:
Η «καθώς πρέπει» κόρη, ο φαντασιόπληκτος πατέρας και η μουρλέγκω αδελφή.
ΑΞΙΑ ΜΝΕΙΑΣ
1. Περί συγγραφής: «συγγραφείς δεν γίνονται αυτοί που έχουν απωθημένα και κάθονται και παρακολουθούν τους άλλους;»,ρωτά; Ε, αυτή είμαι εγώ!»
2. Απομυθοποίηση ποίησης: ο πατέρας χλευάζεται όταν ανακατεύει επιθυμίες με φεγγάρι σε στίχους του.
3. Λέξεις : προμόσιον, πρωινάδικο, εξτένσιον.
4. Χιούμορ : Πήγαίο φυσικό, σαρκαστικό
*ΠΛΗΝ: Η «κοιλιά» στην περιγραφή των πολιτικών αποχρώσεων δεξιάς-αριστεράς.
_________________________________________________
ΑΣ ΡΩΤΑΓΕΣ ΠΟΙΟΝ ΑΓΑΠΑΩ.
Φυγή στο χωριό>> παιδική αθωότητα (Αργύρης).
Κλιμα ρομαντικό, αλλά όχι βουκολικό: «Ωραία που φυσάει...παίζω με το γαλανό του ουρανού και το πράσινο της κληματαριάς».
ΑΞΙΑ ΜΝΕΙΑΣ
Χρήση Φροϋδικών μηχανισμών:
«Εκλογίκευση»: «Μάζευα μέσα μου κακίες για να τον κάνω μια μέρα να χαθεί από ντροπή», «μου φάνηκε τόσο μικρός»
«Προβολή»: «Μουρθε κλάμα για τη Πολύμνια, αυτή που αγαπάει τελείως παλαβά».
2. Το μυστηρίο σαν πόλος ανάγνωσης.
3. Οι Κυπριακές φράσεις και οι ιδιωματισμοί: «..ύστερα μάνα μου»...και αρχαιοπρεπών ονομάτων: Πολύμνια, Βάια.
* ΣΥΝ : η κάθαρση και το καθαρό τέλος.
* ΚΑΤΑ : τα πολλά μέλη του σογιού.
_____________________________________________________
Η ΓΕΙΤΟΝΙΑ ΤΙΜΑΕΙ ΤΟΝ ΑΡΗ
ΗΘΙΚΗ – ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ: 1970-1980:
Η πρόσφυγας, χήρα-μάνα παραβιάζει τη μικροαστική ηθική.
Αυτοκριτική: «Γιατί ερωτεύτηκα αυτόν τον άνθρωπο; Με ποιο δικαίωμα;»
ΑΞΙΑ ΜΝΕΙΑΣ
1. Η χρήση της Φροϋδικής «αμνησίας»:
«Δεν έχω μνήμες», «...έχασα τη δύναμη να οσφραίνομαι»
2. Η εύστοχη ανάλυση των μανιερισμών της συμπεριφοράς:
«Και γέλασε. Δυνατά. Καθαρά. Ένα γέλιο καλό...»
3 Η χρήση φράσεων και ιδιωματισμών της Κυπριακής:«η κατάσταση», «η Κυβέρνηση», «ξένα πλάσματα».
ΤΕΧΝΙΚΗ
Εσωτ. Μονόλογος: Καταφέρνει να μπει το πετσί μιας άλλης.
*Πλην:Η «σεμνότυφη γραφή: «Ερχόταν και με έπιανε ήσυχα, χωρίς πολλά λόγια».
__________________________________________
ΤΟ ΝΟ ΤΗΣ ΕΥΓΕΝΕΙΑΣ
ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ :«έμένα ανέλαβαν όλοι να με ρυθμίσουν»
ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ ΘΕΣΜΩΝ:
Του αγώνα (χαμένου), της θυσίας (άδικη) και του θεού (άσπλαχνος)
ΙΣΟΠΕΔΩΣΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ
Ισοπέδωση σε τρία επίπεδα-ταμπού:
α. Πατριωτικό: Λέει «Νο!» για τον κοινό αγώνα και στιγματίζεται.
β. Ερωτικό: παντρεύεται άλλον: «ούτε γύρισα να κοιτάξω εκείνον που με λαχτάριζε κάθε φορά η θωριά του»
γ. Θρησκευτικό:«με ξέχασε ο Θεός.... Μου είπε ΝΟΟΥ!»
ΑΞΙΑ ΜΝΕΙΑΣ
1. Η εντυπωσιακή περιγραφή του διλήμματος στην αναγνώριση.
2. Η όψιμη αφύπνιση/συνείδητοποίηση
της υποβαθμισμένη της ζωής.
_______________________________________________
Η ΟΥΛΗ ΜΟΥ
ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΠΑΓΙΔΕΥΣΗ
Φθορά γάμου/ Υποβιβασμός/ Λαθροβίωση.
ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ-ΚΡΙΤΙΚΗ
Συμβάσεις/Γάμος/ κοινωνικές σχέσεις.
ΨΥΧΟΓΡΑΦΙΑ
1.Μαζοχιστική άντληση ηδονής από μια ουλή-σύνδεση.
2. Ενοχές : κάπνισμα, στειρότητα.
3. Φυγή : αναδρομές στο παρελθόν (ήρωας), όνειρα.
4. Υπαρξιακό άγχος: Αρχέγονες επιθυμίες καταστροφής
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΕΣ ΦΡΑΣΕΙΣ:
«εγώ, οι σκούπες και τα καλάθια για τα σκουπίδια»,
«Όταν το κάνουμε, σκύβει πάνω μου, δε με κοιτάει».
(«τους τάχα σοβαρους κι επίλεκτους. Είναι βαρετοί και νερόβρατοι»),
*ΠΛΗΝ: Η απότομη αναδρομή στην εποχή του αγώνα.
___________________________________________
ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΣ ΠΕΡΣΕΦΟΝΗΣ ΤΟ ΠΑΙΔΙ
ΔΙΗΓΗΣΗ ΓΡΙΑΣ-ΚΑΤΑΛΗΞΗ ΟΛΩΝ;
1. ΠΟΡΕΙΑ-ΚΑΤΑΛΗΞΗ.
Αβουλη>>γάμος>>Λαθροβιώνει
>Επανασταση (απιστία)>>> Μοναξιά.
2. ΑΝΤΡΕΣ.
Απόντες, άχρηστοι μέθυσοι, ελαφροί, αχάριστοι ή καφενόβιοι.
________________________________________
ΖΩΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΟΙΡΑΖΕΤΑΙ
ΙΔΙΑ ΗΡΩΙΔΑ.
1. Η Τρέλα σαν μηχανισμός διάσωσης.
2. Υπαρξιστική φιλοσοφία και Μηδενισμός :
«Και ζωή που ξοδεύεται τι είναι ρε Άννα; Δική μας ή των άλλων;»
«Από δω είμαστε περαστικές. Απ’ όλα είμαστε περαστικοί»
3. Ωρίμανση και αποδοχή.
__________________________________________
ΤΟ ΣΠΙΤΙ
Η ΑΠΟΘΕΩΣΗ ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗΣ.
Το σπίτι υποκαθιστά την ουσιαστική σχέση.
(Σύχγρονη Κυπριακή Πραγματικότητα)
«Εκείνον μπορεί ν’ αντέξω να τον χάσω»...Το σπίτι όμως;»
ΑΞΙΟ ΜΝΕΙΑΣ
Η πρώτη ηρωϊδα ανώτερης τάξης: Εκχωρείται σε ΚΕΙΝΟΝ!
ΨΥΧΟΓΡΑΦΙΑ
Ο κομπάρσος (εισαγωγή): «έχει άλλα δυο (εξοχικά)», «πλούσια και αργόσχολη», «ο σύζυγος «επιστήμονας», «Εχει και μια κόρη από τον πρώτο της γάμο».
Το «ερωτικό-Ιψενικό παιγνίδι».
Ο απόλυτος κυνισμός: «χρησιμοποιούμε ο ένας τον άλλο» και «κάνουμε καθαρό παιχνίδι».
_____________________________________________
ΕΤΣΙ ΠΟΥ ΛΕΣ Η ΠΗΝΕΛΟΠΗ ΣΟΥ
EN EIΔΕΙ CHICK LIT>>>Επίφαση:
ΕΝ ΤΩ ΒΑΘΕΙ: οι αβάσταχτες κι ανόητες καθημερινές ερωτικές
σχέσεις! (Κούντερα)
ΧΙΟΥΜΟΡ
«Όχι δηλαδή πως οι σοβαροί δεν φεύγουν με Τσέχες, ίσα-ίσα»
«Μιλάμε για μια φάλαινα στο κάπως εξευγενισμένο»,
«οι άντρες πέρασαν από μένα σαν να ήμουν παιδική ασθένεια»
ΑΞΙΟΣΗΜΕΙΩΤΑ
Πρώτη απόπειρα αλλοτρίωσης άντρα από γυναίκα: «σε πέντε ή έξι μήνες ο άνθρωπος θα σκέφτεται όπως σκέφτομαι...»
Απομυθοποίηση:«εγώ είχα κουραστεί με τους...κουλτουρέ».
ΗΘΙΚΗ
Ηθική μιας παρωχημένης εποχής: «Διότι μέχρι μιας ηλικίας σου λένε την παρθενία σου και τα μάτια σου»,
_______________________________________________
ΑΡΡΩΣΤΟΣ ΕΙΣΑΙ ΚΑΙ ΦΑΙΝΕΣΑΙ
ΧΩΡΟΣ: ΓΡΑΦΕΙΟ ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΗ.
Διάχυτο χιούμορ. Έξυπνοι, καίριοι διάλογοι και σκέψεις.
Εσωτερικός μονόλογος-Θεατρικότητα.
ΣΥΝΙΣΤΑΜΕΝΗ>>ΕΠΙΣΤΕΓΑΣΜΑ ΑΦΥΠΝΙΣΗΣ ΚΑΙ ΘΥΜΟΥ!
Αυτογνωσία: «η ευθιξία μου έφτανε στα όρια της βλακείας».
Αφύπνιση: «η μαγεία είναι η λέξη που απουσιάζει γενικώς....ειδικά όταν ο άντρας σου είναι ασφαλιστής»,
Υπομανιακή-Κρίση ταυτότητος: «είχα το πρωί τον ερευνητή, μεσημέρι το βαρκάρη και το βράδυ τον ασφαλιστή. Σαν αντιβίωση».
Αμφισβητίας: «Αν το πρόβλημα είναι ο γάμος....γιατί τους θέλω και τους τρεις ή κανένα;»
Θυμός (φεμινιστικός θυμός) > στον ψυχαναλυτή.
ΑΥΤΟΠΑΓΙΔΕΥΣΗ: Η καταδίκη ολοκληρώνεται!!*
*PINK FLOYD: THE TRIAL (WALL)
_______________________________________________
ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ
1. Λογοτεχνική καταξίωση:
στιλ, βάθος, χαρακτήρες.
2. Ξεκάθαρη Τεχνοτροπία
Ρεαλισμός, ψυχογραφικό.
3. Άριστη χρήση της Ελληνικής
γλώσσας.
4. Διαβάζεται!!!
_____________________________________
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
1. ΕΠΙΤΥΧΗΣ ΨΥΧΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ.
2. ΔΙΚΑΙΩΣ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΗΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΨΗΛΟΥ ΕΠΙΠΕΔΟΥ
ΓΙΑΤΙ ΕΧΕΙ ΤΟ ΔΙΚΟ ΤΗΣ: ΣΤΙΛ, ΒΑΘΟΣ ΚΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΞΕΧΝΙΟΥΝΤΑΙ.
___________________________________________________________________
ΕΠΙΦΥΛΑΞΕΙΣ.
1. Ιστορίες αλλοτινής εποχής (κυρίως)
2. Επιφανειακή αναφορά στον Κύπριο άντρα.
3. Τοπικισμός.
Παρουσίαση βιβλίου στην Ουτοπία
Παρουσίαση του βιβλίου της Νένας Φιλούση «Ας ρώταγες ποιον αγαπάω», Εκδόσεις Παράκεντρο, 2010
Τρίτη, 29 Μαρτίου 2011, Μπουάτ «Ουτοπία»
από τη ποιήτρια Μόνα Σαββίδου Θεοδούλου
Γιατί μια ποιήτρια γράφει διηγήματα, όταν το απόσταγμα του ψυχισμού της διοχετεύεται με τόση ευστοχία σε ποίηση; Όταν γι’ αυτήν, σύμφωνα με τη δική της καταγραφή
«η ποίηση είναι μνήμη, μνήμα, μνημείο»
γονυκλισία ατέλειωτη που καταργεί το τέλος.
(Ποίημα «Εν τέλει», από την ποιητική συλλογή
«Μνημοροή», Ιωλκός, Αθήνα 2002)
Ο αφηγηματικός λόγος, όπως όλοι γνωρίζουμε, αναλύει τον στοχασμό, επεξηγεί, περιγράφει μέσω προσώπων που δρουν, ενώ ο ποιητικός κυρίως συνθέτει μέσω εικόνων, υπονοεί και συμπυκνώνει την ουσία της ύπαρξης. Η ποιήτρια Νένα Φιλούση έχει την ανάγκη ν’ αφηγηθεί πώς και γιατί είναι γυναίκα ποιήτρια. Ποιες συγκυρίες, ποια πρόσωπα, ποια βιώματα διαμορφώνουν το πνευματικό και ψυχικό της υπόβαθρο και σφραγίζουν την πορεία της. Ποιες συγκινήσεις εισπράττει ως ποιήτρια, ποιες απόψεις έχει για «το πρόσωπο της αξιοπρέπειας», το πρόσωπο του αγώνα, τον πόλεμο, την εργατική τάξη και την εξουσία, τα νεανικά απωθημένα, τις κοινωνικές νόρμες (κυρίως το γάμο από αυτές), τις ηθικές δεσμεύσεις, τον έρωτα. Και ο τρόπος βέβαια είναι η αφήγηση. Ένας εσωτερικός μονόλογος ή αν θέλετε αυτοδιάλογος με μεγάλη ενίοτε δόση χιούμορ, ειρωνεία, γοργή στιχομυθία με πολλά ερωτηματικά και για τούτο ελκυστική αφήγηση που επίκεντρό της είναι το γυναικείο φύλο. Η γυναίκα. Το θήλυ σε σχέση με όλους τους δεσμούς, (κυριολεκτικά και μεταφορικά) που συνυπάρχουν στη ζωή της. Πριν και μετά την αυτογνωσία της.
Το βιβλίο, που παρουσιάζουμε απόψε αφιερώνεται σε μια άλλη γυναίκα, την αδελφή της συγγραφέως. Στο πρώτο διήγημα με τίτλο «Από βασιλέα γενιά» η αφηγήτρια μάλιστα δηλώνει για τα απωθημένα και τα χρωστούμενα της συγγραφικής τέχνης: (σελ. 18)
Συγγραφέας εγώ έπρεπε να ήμουν κι όχι αυτή. Συγγραφείς δε γίνονται αυτοί που έχουν απωθημένα και κάθονται πίσω και παρακολουθούν τους άλλους; Ε, αυτή είμαι εγώ. Η Ευγενούλα να ζει τις περιπέτειες κι εγώ να τις γράφω. Αυτό είναι το σωστό. Ατύχησα όμως πάλι. Το είπε πρώτη!
Σιγά δηλαδή που θα γίνει συγγραφέας η Ευγενούλα! Όπως την εποχή που έγραφε ποιήματα ο πατέρας για το φεγγάρι και τις επιθυμίες (μα το Θεό, έβλεπε τις επιθυμίες μες στο φεγγάρι) ώσπου αρρώστησε η μάνα μου και πέθανε και κόπηκε και η ποίηση. Το γράψιμο, κυρά μου, θέλει αφοσίωση κι εσένα ο κώλος σου καθισιό δεν έχει. Από την άλλη σκέφτομαι, αν γίνει αυτή συγγραφέας, θα με βάλει κι εμένα μες στα βιβλία της ή θ’ ασχοληθεί μόνο με τις ερωτικές της αποθηκεύσεις;
Μόνο που δε θα το αντέξω, αν καταφέρει να γίνει συγγραφέας η Ευγενούλα. Θα πεθάνω. Τι ζωή είναι τούτη τέλος πάντων που χαρίζεται στις Ευγενούλες και παιδεύει τους άλλους να βγάλουν λες τα χρωστούμενα;
Τα δέκα διηγήματα της Νένας Φιλούση «Ας ρώταγες ποιον αγαπάω» από τις εκδόσεις Παράκεντρο (που συγχαίρομε για τη λιτότητα και αρτιότητα του σχεδιασμού τους) έχουν ακριβώς ως τίτλο μια καθοριστική φράση για τη μοίρα της γυναίκας, την οποία διαπραγματεύεται η συγγραφέας, είτε αυτή είναι η γυναίκα που επιστρέφει αναζητώντας τον παιδικό της έρωτα, είτε είναι η γυναίκα που δεν μπορεί να επιστρέψει στον εαυτό της, χήρα με παιδιά, λόγω του πολέμου του 74, αλλά ούτε και να επιτρέψει λόγω των κοινωνικών στεγανών στον εαυτό της την ελεύθερη επιλογή μιας νέας ζωής. Η γυναίκα κόρη, νιόπαντρη, η γυναίκα έγκυος, η γυναίκα στέρφα, η μάνα, η πεθερά, η ερωμένη, η εξαπατημένη σύζυγος, η εγκαταλελειμμένη σύζυγος, η γυναίκα με ένα παρελθόν σχιζοφρενικό κι ένα μέλλον ευοίωνο. Η γυναικεία ψυχοσύνθεση χωρίς τη συνειδητοποίηση των δικαιωμάτων της ύπαρξής της, έρμαιο της θηλυκότητάς της ή θύμα των ανδρικών επιθυμιών, εγκλωβισμένη στο ρόλο, που της προδιαγράφουν οι άλλοι, (ο παράνομος έρωτας π.χ. στο διήγημα «Το σπίτι»), παρουσιάζονται από τη συγγραφέα, που αφηγείται πάντα σε πρώτο πρόσωπο με τη ζωντάνια και αμεσότητα που διαθέτει ο λόγος της, αποδεικνύοντας ότι και σ’ αυτό τον αποκλεισμό που επιβάλλεται στο φύλο της (ο άντρας θέλοντας να διατηρεί και την οικογένεια και την ερωμένη ενοικιάζει ένα σπίτι για τον κρυφό έρωτά τους) η γυναίκα μπορεί να έχει συνειδητά τις δικές της επιλογές. Το συγκεκριμένο διήγημα μου θυμίζει το δοκίμιο της Βιρτζίνια Γουλφ με τίτλο “A room of One’s own”, που πρωτοδημοσιεύτηκε το 1929 και είναι βασισμένο σε μια σειρά διαλέξεων που είχε δώσει σε δύο κολλέγια γυναικών του Πανεπιστημίου του Cambridge το 1928 η Βιρτζίνια Γουλφ με θέμα «Γυναίκες και μυθοπλασία». Δεν γνωρίζω αν η Νένα Φιλούση το είχε διαβάσει πριν γράψει το δικό της αυτό διήγημα, αλλά ακριβώς, ως πνευματικός άνθρωπος η Νένα, θεωρώ ότι συναντά την Αγγλίδα αυτή σπουδαία συγγραφέα που τα μυθιστορήματα και δοκίμιά της επηρέασαν βαθύτατα την αγγλική φιλολογία. Η Βιρτζίνια Γουλφ υποστήριζε ότι η χειραφέτηση της γυναίκας από την πατριαρχία θα προέλθει μέσα από τη συνειδητοποίηση του δικαιώματος να εξασφαλίσει ένα δικό της χώρο, ένα δικό της δωμάτιο, μέσα στο οποίο απερίσπαστη από οικογενειακές και οικονομικές υποχρεώσεις θα μπορεί ως άνθρωπος και ως συγγραφέας να σκέφτεται και να δημιουργεί. Η Νένα Φιλούση τελειώνει το διήγημά της «Το σπίτι» με τα ακόλουθα σχετικά λόγια:
«Πρέπει να σώσω τις ώρες που όλα έξω σιωπούν και μένω με το μέσα μου. Πρέπει οπωσδήποτε να πάρω το σπίτι! Το οποίο βέβαια θα προστατεύω από κάθε επιβουλή. Και τότε, α, τότε θα παίζω με δικούς μου κανόνες!».
Στο διήγημα «Ζωή που δεν μοιράζεται» με την αφηγηματική τεχνική in media res, δηλ. αρχίζοντας από το μέσον της υπόθεσης, η συγγραφέας παρουσιάζει την πανάρχαια πάλη του καλού με το κακό με φορέα την κοινωνία και δέκτη τη γυναίκα. Αφορά τη δημιουργική δύναμη που κρύβει μέσα της η γυναίκα και μπορεί να απελευθερώσει μέσα σε θετική ατμόσφαιρα αποδοχής και αγάπης, ενώ η δύναμη του μίσους γίνεται επίσης καθρέφτης για να καταλήξει σ’ αυτό που οι άλλοι θέλουν με απέχθεια να προβάλουν σ’ αυτήν. Η σχιζοφρένεια νικιέται, υπερβαίνεται, και η ζωή συνεχίζεται μ’ αισιοδοξία παρόλον ότι γίνεται η διαπίστωση ότι η ζωή ξοδεύεται άδικα και δεν εξαργυρώνεται ποτέ τούτο το παρελθόν. Υπάρχει τίμημα. Τίμημα βαρύ υπάρχει και στο διήγημα «Της κυρίας Περσεφόνης το παιδί», γιατί η Περσεφόνη επέλεξε να μην μείνει άκληρη πηγαίνοντας ενάντια στον καταναγκαστικό ατελέσφορο γάμο της και την κλειστή κοινωνία του χωριού, μια γυναίκα με καλλιτεχνική φύση που έπαιξε με τους δικούς της κανόνες, καταδικασμένη στη σιωπή και την απόρριψη.
Διαβάζοντας μια συλλογή διηγημάτων πάντοτε ξεχωρίζεις ένα ή δύο διηγήματα, που σου αρέσουν περισσότερο από τα άλλα για κάποιους συγκεκριμένους λόγους. Στην περίπτωση της Νένας Φιλούση και του βιβλίου της «Ας ρώταγες ποιον αγαπάω», δεν μπορείς παρά να αναγνωρίσεις ότι το καθένα σε γοητεύει με τη δική του δυνατή έμπνευση και γραφή.
Το διήγημα με τίτλο «Το νόου της Ευγενίας» αφορμάται από μια γνωστή κι αληθινή ιστορία από τα χρόνια του Απελευθερωτικού Αγώνα του ’55 – ’59. Ξεκινά με την αναπόληση της συγγραφέως (αφηγήτρια και συγγραφέας ταυτίζονται σε όλα τα διηγήματα) μέσα από φωτογραφία της ηρωίδας της. Πώς ήταν και πώς την φανταζόταν και θυμάται τη συνάντηση μαζί της και την εκ βαθέων μαρτυρία της για το γεγονός. Την αναγνώριση τριών νεκρών αγωνιστών από τους συγγενείς τους με την προειδοποίηση να μη φανεί η συγκίνηση ούτε και η σχέση τους με τους νεκρούς. Να μην κλάψει η σύζυγος του νεκρού, η Ευγενία. Να μην αναγνωρίσει τον άντρα της. Να νικήσει την καρδιά και το κορμί της. Να μη συσχετιστεί η ενέδρα εναντίον των Άγγλων με την ομάδα των αγωνιστών του χωριού. Να κερδίσει χρόνο η ομάδα. Και είπε το νόου η Ευγενία. «Ένα νόου σχεδόν αληθινό» για τον αγνώριστο νεκρό που είχε μπροστά της. Ποιες είναι όμως οι συνέπειες για μια χήρα γυναίκα; Γράφει η συγγραφέας: (σελ. 52)
Μοναξιά. Κυρίως αυτό. Ο κόσμος είναι σκληρός. Εμένα πού μ’ άφηκε τούτος ο αγώνας; Η ενέδρα στο γιοφύρι της Καλόβρυσης έκοψε τη ζωή μου στα δυο. Κι εκείνο το νόου που ξεστόμισα, σαν να αρνήθηκα όχι μόνο τον Παναγιώτη, όχι... τη ζωή μου ολάκερη. Κοίτα που έζησα τόσα χρόνια μόνη μου... Για δε με παίρνει ο Θεός;
Καλά το είπα, με ξέχασε ο Θεός. Μου γύρισε την πλάτη. Μου είπε νόου!
.......................................................................................................................
Φάε το γλυκό σου, το πέτυχα φέτος το νεράτζι. Άραγε ξέρει εγγλέζικα ο Θεός;
Η Νένα Φιλούση εισχωρεί στις μύχιες σκέψεις της γυναίκας και στο τίμημα που πλήρωσε με πολλούς τρόπους, κυρίως το τίμημα της οδύνης και της μοναξιάς, ενώ εν τω μεταξύ η αγάπη, η αφοσίωση, η τρυφερότητα, ο σεβασμός μιας ολόκληρης έγγαμης ζωής είναι παρόντα, δεδομένα, χωρίς βέβαια ανταπόδοση. Το διήγημα με το εξομολογητικό του ύφος (από την ηρωίδα της προς την αφηγήτρια) υπενθυμίζει ξανά τη μοίρα, την παντοία συνεισφορά των γυναικών στον Αγώνα, την υπέρβαση του ατομικού εγώ με όλα όσα συνεπάγεται για την ανθρώπινη πλευρά της γυναίκας ως προσώπου. Το νόου της Ευγενίας είναι αληθινό και το διήγημα αριστοτεχνικά δοσμένο. Δυνατή η έμπνευση, δυνατή και η γραφή, όπως και στο διήγημα «Η ουλή μου», για το οποίο διερωτάσαι, πώς μέσα σε εφτά σελίδες πετυχαίνει η συγγραφέας να δώσει την έφηβο αγωνίστρια τον καιρό του Αγώνα, τον αναπάντεχο και ιδανικό έρωτά της για έναν ήρωα, τα βασανιστήρια που υπέστη και τα βιώματα που κουβαλά, τον αδιέξοδο έγγαμο βίο της, τη στειρότητά της, τη σχέση με το σώμα της και την αρρώστια του καρκίνου, τις αληθινές αυθεντικές σχέσεις, σε τελική ανάλυση που σημαδεύουν ανεξίτηλα μια ζωή, σε αντιπαράθεση με τις συμβατικές, που δεν αντέχονται. Η ουλή κυριαρχεί, σωματική και ψυχική, ουλή από τα βασανιστήρια, ουλή από τον καρκίνο και δεν μπορεί να συμβιβαστεί η μνήμη με τη ρηχότητα της σημερινής της καλοπέρασης. Η μνήμη γίνεται ουλή που πονεί και διαμορφώνει το τώρα, και η ηδονή του καπνίσματος (έχουμε ως τέχνασμα ένα αιτιολογημένο ελεγείο για το κάπνισμα) ενεργοποιεί τη μνήμη και την εκτονώνει. Εδώ δεν μπορώ παρά να θυμηθώ και τους στίχους της ποιήτριας για να φανεί και η διαφορά ποίησης και πεζογραφίας
Η λύπη και η ποίηση έχουν μια συγγένεια
την εσωτερική αυλή
και κάθε που πάω να σε φιλήσω
χρυσός σταυρός μπαίνει στο στόμα μου
και το ματώνει (από το ποίημα με τίτλο «Από πάντα», Συλλογή «Μνημοροή», Ιωλκός, Αθήνα 2002).
Αναφέρθηκα στο τέχνασμα του καπνίσματος, η επιτυχία του οποίου αναδεικνύει τη διαφορά αντιλήψεων και την έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ του ανδρογύνου. Διαβάζω από το διήγημα «Η ουλή μου» (σελ. 53).
Τα αγοράζω κρυφά. Δεν έχει σημασία η μάρκα, μα τούτα δω τα γαλάζια με την κίτρινη γραμμούλα μ’ αρέσουν πιο πολύ. Κάνω ένα πριν πλύνω τα πιάτα, ενώ ο Νικόλας διαβάζει εφημερίδα στο σαλόνι που το πιάνει κι ο ήλιος. Άλλο ένα άμα τελειώσω από την κουζίνα και δυο ή τρία το βράδυ, αναλόγως. Τη νύχτα αργά μ’ αρέσει πιο πολύ. Γενικά τα τσιγάρα πάνε με τις νύχτες.
Ο Νικόλας λέει πως δεν είναι μόνο οι αρρώστιες που κυνηγούν τους καπνιστές, είναι και το ίμεϊτζ. Ειδικά της γυναίκας. «Μερικές καπνίζουν σαν άντρες», λέει σχεδόν με έκπληξη. Όχι ακριβώς ανήθικο, «μα τον καιρό που ήμουν εγώ νέος, κάπνιζαν οι αριστερές και οι ξετσίπωτες. Τώρα καπνίζουν όλες! Και το σινάφι της νύχτας βέβαια χωρίς εξαίρεση!»
Κάθε του λέξη τονίζει την άρνηση και τη σιγουριά για την άποψή του. Μάτια, φρύδια, χέρια, στήθος, ρουθούνια, όλα προς τα πάνω, ένα τεράστιο όχι στο κάπνισμα, στις γυναίκες που καπνίζουν, στις γυναίκες γενικά.
Εγώ όμως καπνίζω. Είναι μια δική μου, μια κατάδική μου απόλαυση. Ίσως και η μόνη.
Ρουφάω και ξαναρουφάω και πια θαρρώ πως φεύγω εντελώς από δω που ανάγκασα την ψυχή μου να δεθεί. Συχνά καπνίζω εδώ, στο παράθυρο της κουζίνας και κοιτάω κάτω τις ελιές και μακριά τη θάλασσα. Άλλοτε πάλι βγαίνω στο μπαλκονάκι, μόλις που χωράει έναν άνθρωπο, εγώ, οι σκούπες και τα καλάθια για τα σκουπίδια.
Και σ’ αυτό το διήγημα η υποτιθέμενη απάντηση στον τίτλο «Ας ρώταγες ποιον αγαπάω» θα αποκάλυπτε τα ερείσματά της και το νόημα που έδωσε στην ύπαρξή της ο έρωτας ενός αγώνα και θα έσωζε τη ζωή και κυρίως το γάμο. Γάμο παριστάνει και το εξώφυλλο του βιβλίου, έργο του ζωγράφου Αργύρη Κωνσταντίνου από τη σειρά «Νύφες», υποδεικνύοντάς μας τον θεματικό άξονα του βιβλίου.
Στο τελευταίο διήγημα παρουσιάζεται η γυναίκα, που συνειδητά επιλέγει πλέον να ζει με ένα σύζυγο και δυο εραστές και επιθυμεί να εκπλήξει και τον ψυχαναλυτή της, ασκώντας και σ’ αυτόν τις δυνάμεις της, να τον κάνει να την ερωτευτεί, εκτός από τη βοήθεια που του ζητά, να βάλει τάξη στη σύγχυσή της. Σ’ αυτό το διήγημα η γυναίκα που μπορεί να εξουσιάζει τις ζωές των άλλων δεν είναι θύμα κανενός, μπορεί να αγαπά τον εαυτό της, να οργίζεται και να χειρίζεται τη ζωή της, όπως επιθυμεί, μέχρι παραλογισμού. Περνά τα όρια, γίνεται θύμα του εαυτού της, αλλά είναι πλέον ικανή να διευθύνει και να κατευθύνει τη ζωή της και τις ζωές των άλλων προς όφελός της. Μια ευφυής συζήτηση με τον ψυχαναλυτή της μέχρι τα άκρα είναι ο τρόπος της συγγραφέως να περιγράφει τα τεκταινόμενα.
Θα ήθελα επίσης επιλεκτικά να αναφερθώ σε βασικά ερωτήματα που θέτει η Νένα Φιλούση, υπαρξιακά, μεταφυσικά, κοινωνιολογικά ερωτήματα: π.χ.
- Ζωή που ξοδεύεται τι είναι; Δική μας ή των άλλων;
- Έλεος για μένα (τη γυναίκα) δεν υπάρχει;
- Υπάρχει δικαιοσύνη;
- Ποιο είναι το λάθος μου;
Φράσεις επίσης, όπως οι ακόλουθες δείχνουν συμπυκνωμένη όλη την τέχνη του αφηγηματικού της λόγου:
Έχει μεγάλα λυπημένα μάτια που κολυμπώ μέσα τους με όλους μου τους καημούς. (Διήγημα «Ζωή που δεν μοιράζεται», σελ. 78).
Πρέπει να κτυπηθώ με τη μνήμη μου (Διήγημα «Η ουλή μου» σελ. 56).
Κι ακούστε μια παράγραφο, όλη διατυπωμένη με ερωτήσεις (δέκα προτάσεις ίσον δέκα ερωτήσεις) πώς πετυχαίνει κι αναδεικνύει την προσωπικότητα της ηρωίδας στο διήγημα «Η γειτονιά τιμάει τον Άρη» (σελ. 41).
Εγώ γιατί δεν υπολόγισα ποτέ τα χρόνια του; Γιατί ονειρεύτηκα αυτόν τον άνθρωπο; Με ποιο δικαίωμα; Και γιατί ήρθε; Γιατί είπε θα ξανάρθει; Γιατί να μπει μες στο φτωχόσπιτο έτσι, μήπως μας λυπάται; Είναι δυνατόν ν’ αγοράζει πάστες και να πηγαίνει στα σπίτια των εργατριών για κείνο το ανθρώπινο πρόσωπο της εταιρίας που λένε τα αφεντικά; Και το Αγγελικούλα, γιατί το είπε;
Η απραγματοποίητη ευχή με το αναπάντητο ερώτημα του τίτλου «Ας ρώταγες ποιον αγαπάω» είναι φράση-κλειδί, που διαπερνά όλα τα διηγήματα.
Η συγγραφέας ξεδιπλώνει μπροστά στα μάτια μας το γυναικείο είναι με φυσικότητα, πληρότητα και αλήθεια. Περιγράφει την ψυχολογία της γυναίκας σε όλες τις εκφάνσεις της ηλικίας της, τα ταμπού που βιώνει, την απουσία αυτοελέγχου και πρωτοβουλίας, τη θυματοποίηση και τις αυτοκαταστροφικές της τάσεις αλλά και τη δυναμική που μπορεί ν’ αναπτύξει μέσα από τα αποθέματα της ψυχής της και την αυτογνωσία που μπορεί να αποκτήσει εξισορροπώντας τη δική της ζωή και των άλλων πληρώνοντας το τίμημα. Διαβάζομε διηγήματα με συνεκτικό άξονά τους τη γυναικεία ύπαρξη, σε σχέση πάντα με το αντίπαλον δέος, τον άντρα και τη δική του εσωτερική κι εξωτερική πορεία.
Επομένως στη σειρά των αξιόλογων του είδους νεότερων διηγηματογράφων προστίθεται και η καλή ποιήτρια Νένα Φιλούση. Νιώθω τυχερή, που διάβασα αυτό το βιβλίο και διάβηκα μέσα από τόσες γυναικείες αισθαντικότητες, μοίρες, ρόλους, διαδρομές, ψυχοσυνθέσεις, που υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν στην πραγματική ζωή γιατί τα διηγήματα της ποιήτριας Νένας Φιλούση πιστοποιούν τη ζωή. Τόση ικανότητα στην απόδοση των χαρακτήρων ανδρών και γυναικών, τόση ανάλυση του ψυχισμού, τόση ουσία ζωής.
Τρίτη, 29 Μαρτίου 2011, Μπουάτ «Ουτοπία»
από τη ποιήτρια Μόνα Σαββίδου Θεοδούλου
Γιατί μια ποιήτρια γράφει διηγήματα, όταν το απόσταγμα του ψυχισμού της διοχετεύεται με τόση ευστοχία σε ποίηση; Όταν γι’ αυτήν, σύμφωνα με τη δική της καταγραφή
«η ποίηση είναι μνήμη, μνήμα, μνημείο»
γονυκλισία ατέλειωτη που καταργεί το τέλος.
(Ποίημα «Εν τέλει», από την ποιητική συλλογή
«Μνημοροή», Ιωλκός, Αθήνα 2002)
Ο αφηγηματικός λόγος, όπως όλοι γνωρίζουμε, αναλύει τον στοχασμό, επεξηγεί, περιγράφει μέσω προσώπων που δρουν, ενώ ο ποιητικός κυρίως συνθέτει μέσω εικόνων, υπονοεί και συμπυκνώνει την ουσία της ύπαρξης. Η ποιήτρια Νένα Φιλούση έχει την ανάγκη ν’ αφηγηθεί πώς και γιατί είναι γυναίκα ποιήτρια. Ποιες συγκυρίες, ποια πρόσωπα, ποια βιώματα διαμορφώνουν το πνευματικό και ψυχικό της υπόβαθρο και σφραγίζουν την πορεία της. Ποιες συγκινήσεις εισπράττει ως ποιήτρια, ποιες απόψεις έχει για «το πρόσωπο της αξιοπρέπειας», το πρόσωπο του αγώνα, τον πόλεμο, την εργατική τάξη και την εξουσία, τα νεανικά απωθημένα, τις κοινωνικές νόρμες (κυρίως το γάμο από αυτές), τις ηθικές δεσμεύσεις, τον έρωτα. Και ο τρόπος βέβαια είναι η αφήγηση. Ένας εσωτερικός μονόλογος ή αν θέλετε αυτοδιάλογος με μεγάλη ενίοτε δόση χιούμορ, ειρωνεία, γοργή στιχομυθία με πολλά ερωτηματικά και για τούτο ελκυστική αφήγηση που επίκεντρό της είναι το γυναικείο φύλο. Η γυναίκα. Το θήλυ σε σχέση με όλους τους δεσμούς, (κυριολεκτικά και μεταφορικά) που συνυπάρχουν στη ζωή της. Πριν και μετά την αυτογνωσία της.
Το βιβλίο, που παρουσιάζουμε απόψε αφιερώνεται σε μια άλλη γυναίκα, την αδελφή της συγγραφέως. Στο πρώτο διήγημα με τίτλο «Από βασιλέα γενιά» η αφηγήτρια μάλιστα δηλώνει για τα απωθημένα και τα χρωστούμενα της συγγραφικής τέχνης: (σελ. 18)
Συγγραφέας εγώ έπρεπε να ήμουν κι όχι αυτή. Συγγραφείς δε γίνονται αυτοί που έχουν απωθημένα και κάθονται πίσω και παρακολουθούν τους άλλους; Ε, αυτή είμαι εγώ. Η Ευγενούλα να ζει τις περιπέτειες κι εγώ να τις γράφω. Αυτό είναι το σωστό. Ατύχησα όμως πάλι. Το είπε πρώτη!
Σιγά δηλαδή που θα γίνει συγγραφέας η Ευγενούλα! Όπως την εποχή που έγραφε ποιήματα ο πατέρας για το φεγγάρι και τις επιθυμίες (μα το Θεό, έβλεπε τις επιθυμίες μες στο φεγγάρι) ώσπου αρρώστησε η μάνα μου και πέθανε και κόπηκε και η ποίηση. Το γράψιμο, κυρά μου, θέλει αφοσίωση κι εσένα ο κώλος σου καθισιό δεν έχει. Από την άλλη σκέφτομαι, αν γίνει αυτή συγγραφέας, θα με βάλει κι εμένα μες στα βιβλία της ή θ’ ασχοληθεί μόνο με τις ερωτικές της αποθηκεύσεις;
Μόνο που δε θα το αντέξω, αν καταφέρει να γίνει συγγραφέας η Ευγενούλα. Θα πεθάνω. Τι ζωή είναι τούτη τέλος πάντων που χαρίζεται στις Ευγενούλες και παιδεύει τους άλλους να βγάλουν λες τα χρωστούμενα;
Τα δέκα διηγήματα της Νένας Φιλούση «Ας ρώταγες ποιον αγαπάω» από τις εκδόσεις Παράκεντρο (που συγχαίρομε για τη λιτότητα και αρτιότητα του σχεδιασμού τους) έχουν ακριβώς ως τίτλο μια καθοριστική φράση για τη μοίρα της γυναίκας, την οποία διαπραγματεύεται η συγγραφέας, είτε αυτή είναι η γυναίκα που επιστρέφει αναζητώντας τον παιδικό της έρωτα, είτε είναι η γυναίκα που δεν μπορεί να επιστρέψει στον εαυτό της, χήρα με παιδιά, λόγω του πολέμου του 74, αλλά ούτε και να επιτρέψει λόγω των κοινωνικών στεγανών στον εαυτό της την ελεύθερη επιλογή μιας νέας ζωής. Η γυναίκα κόρη, νιόπαντρη, η γυναίκα έγκυος, η γυναίκα στέρφα, η μάνα, η πεθερά, η ερωμένη, η εξαπατημένη σύζυγος, η εγκαταλελειμμένη σύζυγος, η γυναίκα με ένα παρελθόν σχιζοφρενικό κι ένα μέλλον ευοίωνο. Η γυναικεία ψυχοσύνθεση χωρίς τη συνειδητοποίηση των δικαιωμάτων της ύπαρξής της, έρμαιο της θηλυκότητάς της ή θύμα των ανδρικών επιθυμιών, εγκλωβισμένη στο ρόλο, που της προδιαγράφουν οι άλλοι, (ο παράνομος έρωτας π.χ. στο διήγημα «Το σπίτι»), παρουσιάζονται από τη συγγραφέα, που αφηγείται πάντα σε πρώτο πρόσωπο με τη ζωντάνια και αμεσότητα που διαθέτει ο λόγος της, αποδεικνύοντας ότι και σ’ αυτό τον αποκλεισμό που επιβάλλεται στο φύλο της (ο άντρας θέλοντας να διατηρεί και την οικογένεια και την ερωμένη ενοικιάζει ένα σπίτι για τον κρυφό έρωτά τους) η γυναίκα μπορεί να έχει συνειδητά τις δικές της επιλογές. Το συγκεκριμένο διήγημα μου θυμίζει το δοκίμιο της Βιρτζίνια Γουλφ με τίτλο “A room of One’s own”, που πρωτοδημοσιεύτηκε το 1929 και είναι βασισμένο σε μια σειρά διαλέξεων που είχε δώσει σε δύο κολλέγια γυναικών του Πανεπιστημίου του Cambridge το 1928 η Βιρτζίνια Γουλφ με θέμα «Γυναίκες και μυθοπλασία». Δεν γνωρίζω αν η Νένα Φιλούση το είχε διαβάσει πριν γράψει το δικό της αυτό διήγημα, αλλά ακριβώς, ως πνευματικός άνθρωπος η Νένα, θεωρώ ότι συναντά την Αγγλίδα αυτή σπουδαία συγγραφέα που τα μυθιστορήματα και δοκίμιά της επηρέασαν βαθύτατα την αγγλική φιλολογία. Η Βιρτζίνια Γουλφ υποστήριζε ότι η χειραφέτηση της γυναίκας από την πατριαρχία θα προέλθει μέσα από τη συνειδητοποίηση του δικαιώματος να εξασφαλίσει ένα δικό της χώρο, ένα δικό της δωμάτιο, μέσα στο οποίο απερίσπαστη από οικογενειακές και οικονομικές υποχρεώσεις θα μπορεί ως άνθρωπος και ως συγγραφέας να σκέφτεται και να δημιουργεί. Η Νένα Φιλούση τελειώνει το διήγημά της «Το σπίτι» με τα ακόλουθα σχετικά λόγια:
«Πρέπει να σώσω τις ώρες που όλα έξω σιωπούν και μένω με το μέσα μου. Πρέπει οπωσδήποτε να πάρω το σπίτι! Το οποίο βέβαια θα προστατεύω από κάθε επιβουλή. Και τότε, α, τότε θα παίζω με δικούς μου κανόνες!».
Στο διήγημα «Ζωή που δεν μοιράζεται» με την αφηγηματική τεχνική in media res, δηλ. αρχίζοντας από το μέσον της υπόθεσης, η συγγραφέας παρουσιάζει την πανάρχαια πάλη του καλού με το κακό με φορέα την κοινωνία και δέκτη τη γυναίκα. Αφορά τη δημιουργική δύναμη που κρύβει μέσα της η γυναίκα και μπορεί να απελευθερώσει μέσα σε θετική ατμόσφαιρα αποδοχής και αγάπης, ενώ η δύναμη του μίσους γίνεται επίσης καθρέφτης για να καταλήξει σ’ αυτό που οι άλλοι θέλουν με απέχθεια να προβάλουν σ’ αυτήν. Η σχιζοφρένεια νικιέται, υπερβαίνεται, και η ζωή συνεχίζεται μ’ αισιοδοξία παρόλον ότι γίνεται η διαπίστωση ότι η ζωή ξοδεύεται άδικα και δεν εξαργυρώνεται ποτέ τούτο το παρελθόν. Υπάρχει τίμημα. Τίμημα βαρύ υπάρχει και στο διήγημα «Της κυρίας Περσεφόνης το παιδί», γιατί η Περσεφόνη επέλεξε να μην μείνει άκληρη πηγαίνοντας ενάντια στον καταναγκαστικό ατελέσφορο γάμο της και την κλειστή κοινωνία του χωριού, μια γυναίκα με καλλιτεχνική φύση που έπαιξε με τους δικούς της κανόνες, καταδικασμένη στη σιωπή και την απόρριψη.
Διαβάζοντας μια συλλογή διηγημάτων πάντοτε ξεχωρίζεις ένα ή δύο διηγήματα, που σου αρέσουν περισσότερο από τα άλλα για κάποιους συγκεκριμένους λόγους. Στην περίπτωση της Νένας Φιλούση και του βιβλίου της «Ας ρώταγες ποιον αγαπάω», δεν μπορείς παρά να αναγνωρίσεις ότι το καθένα σε γοητεύει με τη δική του δυνατή έμπνευση και γραφή.
Το διήγημα με τίτλο «Το νόου της Ευγενίας» αφορμάται από μια γνωστή κι αληθινή ιστορία από τα χρόνια του Απελευθερωτικού Αγώνα του ’55 – ’59. Ξεκινά με την αναπόληση της συγγραφέως (αφηγήτρια και συγγραφέας ταυτίζονται σε όλα τα διηγήματα) μέσα από φωτογραφία της ηρωίδας της. Πώς ήταν και πώς την φανταζόταν και θυμάται τη συνάντηση μαζί της και την εκ βαθέων μαρτυρία της για το γεγονός. Την αναγνώριση τριών νεκρών αγωνιστών από τους συγγενείς τους με την προειδοποίηση να μη φανεί η συγκίνηση ούτε και η σχέση τους με τους νεκρούς. Να μην κλάψει η σύζυγος του νεκρού, η Ευγενία. Να μην αναγνωρίσει τον άντρα της. Να νικήσει την καρδιά και το κορμί της. Να μη συσχετιστεί η ενέδρα εναντίον των Άγγλων με την ομάδα των αγωνιστών του χωριού. Να κερδίσει χρόνο η ομάδα. Και είπε το νόου η Ευγενία. «Ένα νόου σχεδόν αληθινό» για τον αγνώριστο νεκρό που είχε μπροστά της. Ποιες είναι όμως οι συνέπειες για μια χήρα γυναίκα; Γράφει η συγγραφέας: (σελ. 52)
Μοναξιά. Κυρίως αυτό. Ο κόσμος είναι σκληρός. Εμένα πού μ’ άφηκε τούτος ο αγώνας; Η ενέδρα στο γιοφύρι της Καλόβρυσης έκοψε τη ζωή μου στα δυο. Κι εκείνο το νόου που ξεστόμισα, σαν να αρνήθηκα όχι μόνο τον Παναγιώτη, όχι... τη ζωή μου ολάκερη. Κοίτα που έζησα τόσα χρόνια μόνη μου... Για δε με παίρνει ο Θεός;
Καλά το είπα, με ξέχασε ο Θεός. Μου γύρισε την πλάτη. Μου είπε νόου!
.......................................................................................................................
Φάε το γλυκό σου, το πέτυχα φέτος το νεράτζι. Άραγε ξέρει εγγλέζικα ο Θεός;
Η Νένα Φιλούση εισχωρεί στις μύχιες σκέψεις της γυναίκας και στο τίμημα που πλήρωσε με πολλούς τρόπους, κυρίως το τίμημα της οδύνης και της μοναξιάς, ενώ εν τω μεταξύ η αγάπη, η αφοσίωση, η τρυφερότητα, ο σεβασμός μιας ολόκληρης έγγαμης ζωής είναι παρόντα, δεδομένα, χωρίς βέβαια ανταπόδοση. Το διήγημα με το εξομολογητικό του ύφος (από την ηρωίδα της προς την αφηγήτρια) υπενθυμίζει ξανά τη μοίρα, την παντοία συνεισφορά των γυναικών στον Αγώνα, την υπέρβαση του ατομικού εγώ με όλα όσα συνεπάγεται για την ανθρώπινη πλευρά της γυναίκας ως προσώπου. Το νόου της Ευγενίας είναι αληθινό και το διήγημα αριστοτεχνικά δοσμένο. Δυνατή η έμπνευση, δυνατή και η γραφή, όπως και στο διήγημα «Η ουλή μου», για το οποίο διερωτάσαι, πώς μέσα σε εφτά σελίδες πετυχαίνει η συγγραφέας να δώσει την έφηβο αγωνίστρια τον καιρό του Αγώνα, τον αναπάντεχο και ιδανικό έρωτά της για έναν ήρωα, τα βασανιστήρια που υπέστη και τα βιώματα που κουβαλά, τον αδιέξοδο έγγαμο βίο της, τη στειρότητά της, τη σχέση με το σώμα της και την αρρώστια του καρκίνου, τις αληθινές αυθεντικές σχέσεις, σε τελική ανάλυση που σημαδεύουν ανεξίτηλα μια ζωή, σε αντιπαράθεση με τις συμβατικές, που δεν αντέχονται. Η ουλή κυριαρχεί, σωματική και ψυχική, ουλή από τα βασανιστήρια, ουλή από τον καρκίνο και δεν μπορεί να συμβιβαστεί η μνήμη με τη ρηχότητα της σημερινής της καλοπέρασης. Η μνήμη γίνεται ουλή που πονεί και διαμορφώνει το τώρα, και η ηδονή του καπνίσματος (έχουμε ως τέχνασμα ένα αιτιολογημένο ελεγείο για το κάπνισμα) ενεργοποιεί τη μνήμη και την εκτονώνει. Εδώ δεν μπορώ παρά να θυμηθώ και τους στίχους της ποιήτριας για να φανεί και η διαφορά ποίησης και πεζογραφίας
Η λύπη και η ποίηση έχουν μια συγγένεια
την εσωτερική αυλή
και κάθε που πάω να σε φιλήσω
χρυσός σταυρός μπαίνει στο στόμα μου
και το ματώνει (από το ποίημα με τίτλο «Από πάντα», Συλλογή «Μνημοροή», Ιωλκός, Αθήνα 2002).
Αναφέρθηκα στο τέχνασμα του καπνίσματος, η επιτυχία του οποίου αναδεικνύει τη διαφορά αντιλήψεων και την έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ του ανδρογύνου. Διαβάζω από το διήγημα «Η ουλή μου» (σελ. 53).
Τα αγοράζω κρυφά. Δεν έχει σημασία η μάρκα, μα τούτα δω τα γαλάζια με την κίτρινη γραμμούλα μ’ αρέσουν πιο πολύ. Κάνω ένα πριν πλύνω τα πιάτα, ενώ ο Νικόλας διαβάζει εφημερίδα στο σαλόνι που το πιάνει κι ο ήλιος. Άλλο ένα άμα τελειώσω από την κουζίνα και δυο ή τρία το βράδυ, αναλόγως. Τη νύχτα αργά μ’ αρέσει πιο πολύ. Γενικά τα τσιγάρα πάνε με τις νύχτες.
Ο Νικόλας λέει πως δεν είναι μόνο οι αρρώστιες που κυνηγούν τους καπνιστές, είναι και το ίμεϊτζ. Ειδικά της γυναίκας. «Μερικές καπνίζουν σαν άντρες», λέει σχεδόν με έκπληξη. Όχι ακριβώς ανήθικο, «μα τον καιρό που ήμουν εγώ νέος, κάπνιζαν οι αριστερές και οι ξετσίπωτες. Τώρα καπνίζουν όλες! Και το σινάφι της νύχτας βέβαια χωρίς εξαίρεση!»
Κάθε του λέξη τονίζει την άρνηση και τη σιγουριά για την άποψή του. Μάτια, φρύδια, χέρια, στήθος, ρουθούνια, όλα προς τα πάνω, ένα τεράστιο όχι στο κάπνισμα, στις γυναίκες που καπνίζουν, στις γυναίκες γενικά.
Εγώ όμως καπνίζω. Είναι μια δική μου, μια κατάδική μου απόλαυση. Ίσως και η μόνη.
Ρουφάω και ξαναρουφάω και πια θαρρώ πως φεύγω εντελώς από δω που ανάγκασα την ψυχή μου να δεθεί. Συχνά καπνίζω εδώ, στο παράθυρο της κουζίνας και κοιτάω κάτω τις ελιές και μακριά τη θάλασσα. Άλλοτε πάλι βγαίνω στο μπαλκονάκι, μόλις που χωράει έναν άνθρωπο, εγώ, οι σκούπες και τα καλάθια για τα σκουπίδια.
Και σ’ αυτό το διήγημα η υποτιθέμενη απάντηση στον τίτλο «Ας ρώταγες ποιον αγαπάω» θα αποκάλυπτε τα ερείσματά της και το νόημα που έδωσε στην ύπαρξή της ο έρωτας ενός αγώνα και θα έσωζε τη ζωή και κυρίως το γάμο. Γάμο παριστάνει και το εξώφυλλο του βιβλίου, έργο του ζωγράφου Αργύρη Κωνσταντίνου από τη σειρά «Νύφες», υποδεικνύοντάς μας τον θεματικό άξονα του βιβλίου.
Στο τελευταίο διήγημα παρουσιάζεται η γυναίκα, που συνειδητά επιλέγει πλέον να ζει με ένα σύζυγο και δυο εραστές και επιθυμεί να εκπλήξει και τον ψυχαναλυτή της, ασκώντας και σ’ αυτόν τις δυνάμεις της, να τον κάνει να την ερωτευτεί, εκτός από τη βοήθεια που του ζητά, να βάλει τάξη στη σύγχυσή της. Σ’ αυτό το διήγημα η γυναίκα που μπορεί να εξουσιάζει τις ζωές των άλλων δεν είναι θύμα κανενός, μπορεί να αγαπά τον εαυτό της, να οργίζεται και να χειρίζεται τη ζωή της, όπως επιθυμεί, μέχρι παραλογισμού. Περνά τα όρια, γίνεται θύμα του εαυτού της, αλλά είναι πλέον ικανή να διευθύνει και να κατευθύνει τη ζωή της και τις ζωές των άλλων προς όφελός της. Μια ευφυής συζήτηση με τον ψυχαναλυτή της μέχρι τα άκρα είναι ο τρόπος της συγγραφέως να περιγράφει τα τεκταινόμενα.
Θα ήθελα επίσης επιλεκτικά να αναφερθώ σε βασικά ερωτήματα που θέτει η Νένα Φιλούση, υπαρξιακά, μεταφυσικά, κοινωνιολογικά ερωτήματα: π.χ.
- Ζωή που ξοδεύεται τι είναι; Δική μας ή των άλλων;
- Έλεος για μένα (τη γυναίκα) δεν υπάρχει;
- Υπάρχει δικαιοσύνη;
- Ποιο είναι το λάθος μου;
Φράσεις επίσης, όπως οι ακόλουθες δείχνουν συμπυκνωμένη όλη την τέχνη του αφηγηματικού της λόγου:
Έχει μεγάλα λυπημένα μάτια που κολυμπώ μέσα τους με όλους μου τους καημούς. (Διήγημα «Ζωή που δεν μοιράζεται», σελ. 78).
Πρέπει να κτυπηθώ με τη μνήμη μου (Διήγημα «Η ουλή μου» σελ. 56).
Κι ακούστε μια παράγραφο, όλη διατυπωμένη με ερωτήσεις (δέκα προτάσεις ίσον δέκα ερωτήσεις) πώς πετυχαίνει κι αναδεικνύει την προσωπικότητα της ηρωίδας στο διήγημα «Η γειτονιά τιμάει τον Άρη» (σελ. 41).
Εγώ γιατί δεν υπολόγισα ποτέ τα χρόνια του; Γιατί ονειρεύτηκα αυτόν τον άνθρωπο; Με ποιο δικαίωμα; Και γιατί ήρθε; Γιατί είπε θα ξανάρθει; Γιατί να μπει μες στο φτωχόσπιτο έτσι, μήπως μας λυπάται; Είναι δυνατόν ν’ αγοράζει πάστες και να πηγαίνει στα σπίτια των εργατριών για κείνο το ανθρώπινο πρόσωπο της εταιρίας που λένε τα αφεντικά; Και το Αγγελικούλα, γιατί το είπε;
Η απραγματοποίητη ευχή με το αναπάντητο ερώτημα του τίτλου «Ας ρώταγες ποιον αγαπάω» είναι φράση-κλειδί, που διαπερνά όλα τα διηγήματα.
Η συγγραφέας ξεδιπλώνει μπροστά στα μάτια μας το γυναικείο είναι με φυσικότητα, πληρότητα και αλήθεια. Περιγράφει την ψυχολογία της γυναίκας σε όλες τις εκφάνσεις της ηλικίας της, τα ταμπού που βιώνει, την απουσία αυτοελέγχου και πρωτοβουλίας, τη θυματοποίηση και τις αυτοκαταστροφικές της τάσεις αλλά και τη δυναμική που μπορεί ν’ αναπτύξει μέσα από τα αποθέματα της ψυχής της και την αυτογνωσία που μπορεί να αποκτήσει εξισορροπώντας τη δική της ζωή και των άλλων πληρώνοντας το τίμημα. Διαβάζομε διηγήματα με συνεκτικό άξονά τους τη γυναικεία ύπαρξη, σε σχέση πάντα με το αντίπαλον δέος, τον άντρα και τη δική του εσωτερική κι εξωτερική πορεία.
Επομένως στη σειρά των αξιόλογων του είδους νεότερων διηγηματογράφων προστίθεται και η καλή ποιήτρια Νένα Φιλούση. Νιώθω τυχερή, που διάβασα αυτό το βιβλίο και διάβηκα μέσα από τόσες γυναικείες αισθαντικότητες, μοίρες, ρόλους, διαδρομές, ψυχοσυνθέσεις, που υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν στην πραγματική ζωή γιατί τα διηγήματα της ποιήτριας Νένας Φιλούση πιστοποιούν τη ζωή. Τόση ικανότητα στην απόδοση των χαρακτήρων ανδρών και γυναικών, τόση ανάλυση του ψυχισμού, τόση ουσία ζωής.
Κυριακή 3 Απριλίου 2011
Ποίηση (Πέτρινα)
Δεν σ’ αγγίζω
Συμπίπτουν αόριστα οι πόνοι μας στο χρόνο.
Ας πούμε, κοινή αναφορά οι νύχτες
το «καλημέρα μάτια μου».
Τι ωραία Θεέ μου όταν γελάς
ή όταν παίζεις τον εαυτό στα δάχτυλα.
σαν παιχνιδάκι απασχόλησης πρώην καπνιστού.
Η σιωπή σου πάει να πει αντέχεις:
οι ώρες να σε προσπερνούν
τα ταξίδια να φεύγουν, οι άνθρωποι
να επουλώνονται κοντά σου.
Μεγάλη σοφία ν’ αγαπάς την προδοσία μου
Κι εγώ η ανόητη να επιμένω
(θα ήθελα ν’ αγγίξω όπου πονάς
μα δε φτάνω) ότι θα σ’ αγαπώ για πάντα –
κι αν λησμονήσω;
Ποιο συνειρμό γεννά η απαγορευμένη αφή;
(Ναι. Θα ήθελα. Κι ακόμα, τα μαλλιά, το πρόσωπο, τους ώμους…)
Κάθομαι ήσυχα και φοβάμαι
μην ακουστούν επιθυμίες στο δωμάτιο.
Ξεκουράσου.
Δεν σ’ αγγίζω. Όχι δεν σ’ αγγίζω.
Νένα Φιλούση
Συμπίπτουν αόριστα οι πόνοι μας στο χρόνο.
Ας πούμε, κοινή αναφορά οι νύχτες
το «καλημέρα μάτια μου».
Τι ωραία Θεέ μου όταν γελάς
ή όταν παίζεις τον εαυτό στα δάχτυλα.
σαν παιχνιδάκι απασχόλησης πρώην καπνιστού.
Η σιωπή σου πάει να πει αντέχεις:
οι ώρες να σε προσπερνούν
τα ταξίδια να φεύγουν, οι άνθρωποι
να επουλώνονται κοντά σου.
Μεγάλη σοφία ν’ αγαπάς την προδοσία μου
Κι εγώ η ανόητη να επιμένω
(θα ήθελα ν’ αγγίξω όπου πονάς
μα δε φτάνω) ότι θα σ’ αγαπώ για πάντα –
κι αν λησμονήσω;
Ποιο συνειρμό γεννά η απαγορευμένη αφή;
(Ναι. Θα ήθελα. Κι ακόμα, τα μαλλιά, το πρόσωπο, τους ώμους…)
Κάθομαι ήσυχα και φοβάμαι
μην ακουστούν επιθυμίες στο δωμάτιο.
Ξεκουράσου.
Δεν σ’ αγγίζω. Όχι δεν σ’ αγγίζω.
Νένα Φιλούση
Ποίηση
Υπόδυση
Με το που μπαίνει αιθρία
βγαίνω από κάθε ζευγαρωμένη υπεράσπιση
αδυπόδυτη
και τρυγώ.
Οι ερωτήσεις μου σκοπίμως αφελείς.
Επιζητώ αιχμηρές απαγορεύσεις
και υποστάσεις ασυγχώρητες
ανυπόδυτη
στο θερισμό.
Λες, καλά και πριν την προϊστορία τι είχαμε;
Το χάδι πότε άφησε ίχνη για τους ερευνητές;
Τι ξέρουν οι αρχαιολόγοι για το δέρμα μου
πριν γεννηθώ- ξέρεις εσύ
τότε που γύριζα αλυπόλυτη
Στους ελαιώνες.
Τι ανόητα φέρεται κάποτε η επιστήμη!
Νένα Φιλούση
Με το που μπαίνει αιθρία
βγαίνω από κάθε ζευγαρωμένη υπεράσπιση
αδυπόδυτη
και τρυγώ.
Οι ερωτήσεις μου σκοπίμως αφελείς.
Επιζητώ αιχμηρές απαγορεύσεις
και υποστάσεις ασυγχώρητες
ανυπόδυτη
στο θερισμό.
Λες, καλά και πριν την προϊστορία τι είχαμε;
Το χάδι πότε άφησε ίχνη για τους ερευνητές;
Τι ξέρουν οι αρχαιολόγοι για το δέρμα μου
πριν γεννηθώ- ξέρεις εσύ
τότε που γύριζα αλυπόλυτη
Στους ελαιώνες.
Τι ανόητα φέρεται κάποτε η επιστήμη!
Νένα Φιλούση
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)