Πουλάμε τη ζωή χρεώνουμε το θάνατο
Μυθιστορηματική αυτοβιογραφία
Αγαθή Δημητρούκα
Εκδόσεις Πατάκη
2010
Σελ. 236
Φέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη γέννηση του ποιητή και στιχουργού Νίκου Γκάτσου και η σύντροφός του τα τελευταία χρόνια στη ζωή τον μνημονεύει με τον πιο όμορφο και αξιοπρεπή τρόπο. Ένα μεγάλο μέρος στην αυτοβιογραφία της αναφέρεται στο μεγάλο αυτό Έλληνα στιχουργό που καθόρισε καταλυτικά την πορεία της στην τέχνη και στη ζωή.
Σημειώνει κάπου η συγγραφέας: “Το όνομά του το πρωτάκουσα από το ραδιόφωνο, όταν ο εκφωνητής ανακοίνωσε: «Ακολουθεί ο Ιρλανδός κι ο Ιουδαίος, του Μάνου Χατζιδάκι και του Νίκου Γκάτσου». Ήμουν περίπου οκτώ χρονών, σ’ ένα χωριό του Μεσολογγίου. Συνέχισα να εντυπωσιάζομαι από τους στίχους του, από τις εικόνες που δημιουργούσαν και τους συνειρμούς, και μεγαλώνοντας τόλμησα να του στείλω τα εφηβικά μου στιχουργήματα. Ήμουν στα δεκάξι πια κι εκείνος λίγο πάνω απ’ τα εξήντα. Την επόμενη χρονιά με κάλεσε κοντά του. Μείναμε μαζί δεκαεπτά χρόνια• τα τελευταία της δικής του σοφής ζωής, τα πρώτα της ενήλικης δικής μου.”
Η Δημητρούκα από μικρή θαύμαζε τον ηρωισμό και αργότερα την τέχνη ως αποκόλληση από το στατικό, ως εκτίναξη προς την ελευθερία, «κι ας είναι στιγμιαία η διάρκειά της και υπονομευμένη από το θάνατο».
Με ανήμπορο πατέρα, αεικίνητη μάνα, φτωχό σπίτι, τραγούδια νυχτερινά με τους γειτόνους, εύφορα πεδινά τοπία και έναν λαχανόκηπο - παράδεισο των παιδικών της χρόνων σηκώνει βάρη δυσανάλογα για την ηλικία και το κορμάκι της. Όπως πολλά παιδιά της επαρχίας. Χρόνια αργότερα θα συνειδητοποιήσει μεταφράζοντας τον Δον Κιχώτη πως στον ήρωα του Θερβάντες συναντά τον πατέρα της και στην Εκάβη τη μάνα της. Ωστόσο τα φωτεινά καλοκαίρια με τα καρπούζια, το ψάρεμα και τις υπαίθριες συναθροίσεις, οι αγροτικές ασχολίες, οι καρποί της γης και τα ζωντανά της οικογένειας συμπράττουν με την ενοχή, το φόβο τη μοναξιά και την επαναστατικότητά της σε όλο το βιβλίο. Η παιδική κι εφηβική ζωή της υπήρξε δύσκολη ως τραγική. Εκείνα τα χρόνια το φως πορεύτηκε με το σκοτάδι.
Η μαθητεία της κοντά στον Γκάτσο στάθηκε κινησιουργός και αληθινή. Το αποτέλεσμα ήταν η μόρφωση και η διαδρομή της στα γράμματα. Το βιβλίο γράφτηκε με μιαν ανάσα και διαβάζεται ακριβώς έτσι. Χωρίς μελοδραματισμό ή περιττές αυτοαναλύσεις. Διάσπαρτοι στο κείμενο και οι στίχοι που έγραψε ο Γκάτσος ή η ίδια ή και μαζί και μελοποιήθηκαν από το Χατζιδάκι, τον Ξαρχάκο ή άλλους.
Δεν είμαι σίγουρη αν το βιβλίο γράφτηκε για να ξορκίσει φόβους και φαντάσματα ή για να καταγράψει τη σχέση της με τον ποιητή της Αμοργού και την πορεία της προς την ενηλικίωση. Μια μετάβαση που τη βιώνει με πόνο και νόστο. Αυτό που αντιλαβμάνεται ο υποψιασμένος αναγνώστης είναι η διακριτικότητα και η ευαισθησία, η γενναιοψυχία και η ειλικρίνεια με την οποία αγγίζει και παρουσιάζει τόσο την πορεία της προς την ενηλικίωση όσο και τη γνωριμία της με τον Γκάτσο και άλλους ανθρώπους των γραμμάτων και της τέχνης όπως ο Ελύτης, ο Χατζιδάκις, η Μούσχουρη, ο Χρονάς, ο Λορεντζάτος, ο Αρανίτσης κά. Στις επετείους λέγονται πολλά. Το καλύτερο μνημόσυνο για τον Γκάτσο είναι το βιβλίο της Δημητρούκα. «Γιατί (ο Γκάτσος ) ήθελε να ακυρώσει την ευθεία. Το κατάλαβα όταν είδα το καρδιογράφημα του τέλους: ευθεία οδός, ο θάνατος. Η ζωή προχωράει με τεθλασμένες.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου